ΚΛΕΙΣΙΜΟ
Loading...
ΦΟΡΑΜΕ: Denim jumpsuit και μπαλαρίνες
 

Το κρυφτό

Αφροδίτη Δερματά

Αφροδίτη Δερματά

«Έχεις τα πινέλα έχεις τα χρώματα ζωγράφισε τον Παράδεισο και μπες μέσα» είχε πει ο Καζατζάκης. Μετά από χρόνια αναζήτησης ανακάλυψα τελικά ότι ο Παράδεισος ήταν κάτω από την μύτη μου, συγκεκριμένα τον κρατούσα σε μια παλέτα στα χέρια μου. Όταν μετά από πολύ ψάξιμο έκανα αυτή την ανακάλυψη ένιωσα σαν τον γέρο που φοράει τα γυαλιά του και παράλληλα τριγυρνάει στο σπίτι και το ψάχνει, ή σαν κάποιες φορές που ψάχνω το κινητό μου ενώ συνομιλώ σε κάποια κλήση.

Τον Ιούλιο του 2013 μια Κυριακή μεσημέρι, μια μεγάλη παρέα βρεθήκαμε στο χωριό Λουβαράς μαζί με παιδιά, σκυλιά, φουκούδες, χαλούμια, λουκάνικα και παγωμένες μπίρες. Ένα μικρό σπιτάκι δυο δωματίων στην πλαγιά ενός βουνού, άνοιξε τις πόρτες του και μας υποδέχτηκε γεμίζοντας και πάλι ζωή.  Τα αγόρια της παρέας έπεσαν με τα μούτρα στην δουλειά φουντώνοντας την ψησταριά, εμείς ασχοληθήκαμε με τις πατάτες, τις σαλάτες και όλα τα συνοδευτικά και τα παιδιά έπαιζαν τρέχοντας πάνω-κάτω με τα σκυλιά. Σε λίγη ώρα ένα πλαστικό μεγάλο τραπέζι είχε γεμίσει φαγητά κι εμείς κάναμε πάσα τις πιατέλες ο ένας στον άλλον πανέτοιμοι να βουτήξουμε με πάθος στην μάχη του φαγητού. Δεν σηκωθήκαμε από το τραπέζι παρά μόνο όταν δεν έμεινε ούτε ψίχουλο. Ήρθε η ώρα του κυπριακού καφέ και του γλυκού. «Ημιλιπόθυμοι» οι περισσότεροι από το υπερβολικό φαγοπότι, παραδομένοι νωχελικά στην ιουλιάτικη μεσημεριανή ραστώνη, περιμέναμε τον καφέ με ανυπομονησία σαν μάσκα οξυγόνου που θα επαναφέρει την ζωντάνια στο σώμα μας.  Όταν τελειώσαμε και τον καφέ πέσαμε στο κενό. Μαγειρέψαμε, φάγαμε, ήπιαμε καφέ, φάγαμε γλυκό, είπαμε τα νέα μας και πλέον δεν είχαμε κάτι άλλο να περιμένουμε παρά το να έρθει η ώρα να επιστρέψουμε σπίτι μας.  Ο ήλιος είχε αρχίσει σιγά-σιγά να πέφτει και το ύψωμα κρατούσε δροσερό το τοπίο. «Παίζουμε κρυφτό;» προτείνω και με κοιτάνε όλοι περίεργα. «Τι κρυφτό ολόκληρα γαϊδούρια;» αντιτείνει κάποιος από την παρέα. «Ελάτε» επιμένω «θα έχει πολύ πλάκα».  Έφτανε να συμφωνήσει με την ιδέα μου ακόμα ένας για να παρακινηθούν και οι υπόλοιπο και να σηκωθούν από τις καρέκλες. Δυο ώρες μετά εξαπλωμένοι στην πλαγιά του βουνού κρυβόμασταν πίσω από θάμνους, πάνω σε δέντρα,  τρέχαμε και ξεκαρδιζόμασταν στα γέλια σαν να είμασταν μικρά παιδιά. «Φτου ξελευτερία για όλους» ακουγόταν η σωτήρια έκφραση κι έπειτα «Πέντε δέκα δεκαπέντε» αντιλαλούσε ρυθμικά και το παιχνίδι ξεκινούσε από την αρχή μέχρι που άρχισε να σκοτεινιάζει.

Εξουθενωμένοι, καθισμένοι πάνω στις πλαστικές καρέκλες νιώθαμε λες και είχαμε κάνει ένα ταξίδι στον χρόνο, ότι για λίγο ξαναγίναμε παιδιά και συνεχίσαμε εκείνο το κρυφτό που είχαμε αφήσει μισό στα δώδεκα μας χρόνια επειδή νύχτωσε και μας φώναξε η μάνα μας να πάμε να κοιμηθούμε. Χωρίς το κρυφτό εκείνη η μέρα θα ήταν μια μέρα σαν όλες τις άλλες που απλά θα θυμόμασταν αμυδρά καθώς περνούν τα χρόνια. Μια μέρα ενηλίκων οι οποίοι λίγο πριν συναντήσουν μια ακόμη εβδομάδα με υποχρεώσεις έκαναν απλά μια παύση για ένα καλό φαγοπότι. Συνήθειες μεγαλίστικες που με έναν περίεργο τρόπο υιοθετήσαμε καθώς περνούσαν τα χρόνια χωρίς καλά-καλά να το καταλάβουμε. Να μεγαλώνεις λοιπόν. Είναι απαραίτητο. Είναι η φυσική εξέλιξή μας. Αλλά να μην χάνεις το παιδί που κρύβεις μέσα σου. Εκείνο το παιδί που έχει το γέλιο στην ψυχή του. Που και που να το αφήνεις να βγαίνει από την κρυψώνα του, να εκφράζεται, να παίζει, να κάνει τα δικά του, γιατί τα παιδιά έρχονται από τον  Παράδεισο και γνωρίζουν τον δρόμο για να σε πάνε μέχρι εκεί.  

 

ΣΧΕΤΙΚΑ TAGS

Αφροδίτη Δερματά: Τελευταία Ενημέρωση

X