Αφροδίτη Δερματά
Είναι η τελευταία Πέμπτη του Ιανουαρίου του 2020. Κάθομαι στο γραφείο μου και ανοίγω τον υπολογιστή μου. Αριστερά μου έχω ζεστό αχνιστό κυπριακό και ένα ποτήρι δροσερό νερό. Τον τελευταίο καιρό νιώθω ότι ζω τη μέρα της μαρμότας. Όλα ίδια, ίδιες ώρες, ίδιες μέρες, ίδιες ακριβώς οι κινήσεις το πρωί, ίδιες και το βράδυ. Το ξυπνητήρι χτυπάει έξι και είκοσι. Ξυπνάω τα παιδιά, κατεβαίνω, φτιάχνω καφέ, ψήνω τα σάντουιτς, ετοιμάζω το κολατσιό τους και στις επτά και τρία λεπτά ξεκινάει η γκρίνια. «Τελειώνετε», φωνάζω, «αργήσαμε πάλι». «Εσύ φταις για όλα» μου λένε «άργησες να μας ξυπνήσεις». «Σας μιλούσα και δεν ακούγατε» τους απαντάω «τι πρέπει να κάνω δηλαδή, να σας πετάω κάτω απ’ το κρεβάτι;». Κάθε πρωί η ίδια στιχομυθία. Επτά και 35 (πάντα με πέντε λεπτά καθυστέρηση) γίνεται η πρώτη παράδοση στο Λύκειο και οκτώ παρά τέταρτο η δεύτερη παράδοση στο δημοτικό. Οκτώ παρά πέντε παρκάρω στο γυμναστήριο, εννιά παρά 25 είμαι στο ντους και εννιά και πέντε στη δουλειά.
Κάθομαι στο γραφείο, έχω ετοιμάσει κυπριακό καφέ, έχω ανοίξει τον υπολογιστή μου και καθώς τρώω το πρωινό μου τσεκάρω παράλληλα τα email μου. Τα τελευταία τρία χρόνια την ίδια ακριβώς ώρα ανοίγω το μπλε καπάκι του μικρού στρογγυλού μπολ, το οποίο το οποίο περιέχει βρόμη με μέλι και γάλα αμυγδάλου πάντα γεμάτο μέχρι τη μέση. Σήμερα όμως τα πράγματα ήταν αλλιώς, έγινε η μεγάλη ανατροπή. Το μπλε μπολ έμεινε άδειο στο σπίτι. Τη θέση του πήρε ένα ομολογουμένως πεντανόστιμο σάντουιτς από πολύσπορο μαύρο ψωμί, αλειμμένο με φιστικοβούτυρο και μαρμελάδα χωρίς προσθήκη ζάχαρης. Μετά από τόσα χρόνια η ιεροτελεστία πήρε διαφορετική τροπή. Η παράδοση έσπασε. Το σάντουιτς ήταν απολαυστικότατο, η γεύση του ιδιαίτερη και ήταν μια ευχάριστη έκπληξη για τον ουρανίσκο μου. Κάθε μπουκιά ήταν κι ένα μικρό πανηγύρι για τους γευστικούς κάλυκές μου. Καθώς γεύομαι τη λαχταριστή τελευταία μπουκιά συνειδητοποιώ πόσο σημαντικό είναι να σπας τη ρουτίνα σου. Καμιά φορά το ξεχνάω και αφήνομαι στη συνήθεια, βολεύομαι στο πρόγραμμα της καθημερινότητας και περνάει ο καιρός και η κάθε μέρα είναι ίδια με την άλλη.
Όταν ήμουν πιτσιρίκι, πηγαινοερχόμουν στο δημοτικό με τα πόδια. Αξίζει να σημειωθεί ότι το δημοτικό σχολείο βρισκόταν στην άλλη άκρη από το σπίτι μου, οπότε έπρεπε να διασχίζω όλο το χωριό. Κάθε μέρα έκανα την ίδια βαρετή διαδρομή κουβαλώντας την καφέ τσάντα μου στους ώμους, η οποία από την βαρεμάρα μου φαινόταν πιο βαριά από ό,τι ήταν. Κάποια στιγμή, όμως, ξύπνησε η Ντόρα η εξερευνήτρια μέσα μου και αποφάσισα ότι θα επιστρέφω στο σπίτι μου από διαφορετικούς δρόμους. Κάθε μεσημέρι, λοιπόν, χωνόμουν μέσα σε άγνωστα στενάκια, έκανα παρακάμψεις, περνούσα κρυφά μέσα από αυλές, βρισκόμουν σε άλλες γειτονιές, προκειμένου να έχει πιο ενδιαφέρον η επιστροφή μου. Οι επιστροφές που τελικά θυμάμαι από το δημοτικό, είναι αυτές που έκανα την εξερευνήτρια. Είναι οι δύο φορές που στη διαδρομή έμπλεξα σε καβγά με κάποιους συμμαθητές μου και γύρισα σπίτι ξεμαλλιασμένη, είναι η μια φορά που πήγα ακάλεστη από περιέργεια στην κηδεία μιας άγνωστης γριάς (είδα φως και μπήκα) και βρέθηκα να κλαίω παρέα με τους συγγενείς τη μακαρίτισσα που πρώτη φορά έβλεπα και εκείνη η φορά που πήγα επίσκεψη στο σπίτι του συμμαθητή μου του Αργύρη, γιατί πολύ απλά ήθελε να μου δείξει πώς είναι το σπίτι του κι εγώ φυσικά έδειχνα μεγάλο ενδιαφέρον στις διακοσμήσεις τότε. Το τουρ στο σπίτι του Αργύρη μου κόστισε μια ώρα καθυστέρηση και τράβηγμα του αφτιού από τη γιαγιά μου, η οποία είχε βγει πανικόβλητη στους δρόμους και με έψαχνε. Οι υπόλοιπες, οι συνηθισμένες επιστροφές, έχουν σβηστεί εντελώς από τη μνήμη μου και είναι σαν να μην υπήρξαν ποτέ.
Αυτή η αλλαγή της διαδρομής, λοιπόν, ήταν ένα μυστικό που είχα ανακαλύψει από μικρή. Είναι σημαντικό η καθημερινότητά σου να εμπεριέχει σταθερότητα, αδιαμφισβήτητα σε κάνει να νιώθεις ασφαλής και ήρεμος, είναι όμορφο να παρατηρείς τη γαλήνη και την ηρεμία της λίμνης, ωστόσο θέλει πού και πού να πετάς και κανένα βότσαλο για να ταράζει τα ακύμαντα νερά της. Η ζωή θέλει ανά τακτά χρονικά διαστήματα αλλαγή, γιατί όταν τα χρόνια περνούν λες ότι καλό ήταν το ταπεράκι με τη βρόμη και βολικό, αλλά τελικά το σάντουιτς με το φιστικοβούτυρο ήταν αυτό που είχε ξαφνιάσει τους γευστικούς σου κάλυκες και αυτό θυμάσαι ότι είχες απολαύσει με λαχτάρα εκείνη την τελευταία Πέμπτη του Ιανουαρίου του 2020.
Να 'σαι ανήσυχος, αφχαρίστητος, απροσάρμοστος πάντα. Όταν μια συνήθεια καταντήσει βολική, να τη συντρίβεις. Η μεγαλύτερη αμαρτία είναι η ευχαρίστηση. - Ν. Καζαντζάκης