
Μαρία Σάββα
Το άλλοτε σύμβολο κοσμοπολίτικης λάμψης και ανεμελιάς, τα Βαρώσια -μια παραθαλάσσια περιοχή στα νότια της Αμμοχώστου- υπήρξαν ένα από τα πιο λαμπερά θέρετρα της Ανατολικής Μεσογείου. Με χρυσές αμμουδιές, ηλιοβασιλέματα που έμοιαζαν ζωγραφισμένα, πολυτελή ξενοδοχεία και νυχτερινή ζωή που μαγνήτιζε καλλιτέχνες και προσωπικότητες από κάθε γωνιά του κόσμου, δικαίως απέκτησαν τον χαρακτηρισμό «Saint-Tropez της Κύπρου».
Ονόματα όπως η Brigitte Bardot, ο Paul Newman, η Elizabeth Taylor, οι ABBA και ο Richard Burton συνδέθηκαν με την ομορφιά και τον τουρισμό της περιοχής. Η παρουσία τους στην πόλη επιβεβαίωνε ότι τα Βαρώσια είχαν μετατραπεί σε επίκεντρο διεθνούς τουρισμού και ένας πολύ trendy προορισμός της εποχής. Όμως όλα αυτά έσβησαν απότομα τον Ιούλιο του 1974, με την τουρκική εισβολή στην Κύπρο.
«Δεν υπάρχει στον κόσμο τίποτα που να μου δίνει την αίσθηση της γυναίκας όσο η Αμμόχωστος. Είναι από τα ωραιότερα μέρη της Γης. Δεν θα ‘θελα να πεθάνω πριν ξαναπάω στην Αμμόχωστο.»
Η Brigitte Bardot στα Βαρώσια το 1953 (Photo by The Sun)
Το καμάρι της κυπριακής τουριστικής ανάπτυξης
Πριν από την εισβολή, τα Βαρώσια ήταν το λαμπρότερο παράδειγμα της τουριστικής ανάπτυξης στην Κύπρο (αν και υπάρχει μέχρι σήμερα μια συζήτηση κατά πόσο αυτή η ανάπτυξη έγινε με σωστό τρόπο, καθότι όλα τα ξενοδοχεία είναι κτισμένα κυριολεκτικά πάνω στη θάλασσα). Με περίπου 39.000 μόνιμους κατοίκους και περισσότερους από 700.000 επισκέπτες ετησίως, η περιοχή φιλοξενούσε το 45% της ξενοδοχειακής δυναμικότητας του νησιού. Η εικόνα της πόλης ήταν γεμάτη ζωή, κομψότητα και ζωντάνια.
Η Frida, o Benny και η κόρη τους στο εξώφυλλο του ταξιδιωτικού φυλλαδίου του Fritidsresor το 1970.
Η λεωφόρος Δημοκρατίας αποτελούσε την καρδιά της εμπορικής δραστηριότητας. Εκεί βρισκόταν και το θρυλικό καφέ «Εντελβάις», στέκι για νέους από 16 ετών και άνω. Για να απολαύσει κανείς τα μεγαλοπρεπή ξενοδοχεία, όπως το King George, το Asterias, το Grecian, το Florida και το Argo, περπατούσε κατά μήκος της λεωφόρου Τζον Κένεντι, ενός φαρδιού δρόμου που θύμιζε Μαϊάμι ή Κυανή Ακτή.
Δυτικά της, η οδός Λεωνίδα συμπλήρωνε τον αστικό παλμό με καφέ, νυχτερινά κέντρα και τη μεγάλη αντιπροσωπεία της Toyota, που παραμένει μέχρι σήμερα ως απολίθωμα μιας άλλης εποχής – με τρία κόκκινα αυτοκίνητα του ’70 να στέκουν σκονισμένα στη βιτρίνα.
Πολιτισμός, διασκέδαση και ελευθερία
Η πόλη έσφυζε από ζωή. Το φεστιβάλ του «Κατακλυσμού» (του Αγίου Πνεύματος) κάθε καλοκαίρι γέμιζε την περιοχή με μουσική, διαγωνισμούς τραγουδιού, κωπηλασίας και κολύμβησης. Παράλληλα, οι 365 εκκλησίες της περιοχής –μία για κάθε μέρα του χρόνου– υπογράμμιζαν τον πλούτο της πολιτιστικής κληρονομιάς.
Photo by Robin Plummer
Η ατμόσφαιρα των Βαρωσίων, σύμφωνα με όσους την έζησαν, δεν ήταν μόνο εντυπωσιακή. Ήταν συγκινητικά απλή, γεμάτη αυθεντική ομορφιά. Όπως χαρακτηριστικά αναφέρει σε μια συνέντευξή της στην ελληνική Lifo η ιστορικός τέχνης Άννα Μαραγκού, «το Βαρώσι έφερε τον τουρισμό, άνθησαν οι εμπορικές συναλλαγές, υπήρχε εξωστρέφεια, εκεί ήταν η αφρόκρεμα των τεχνών».
Photo by Robin Plummer
Το Bangalow του Πολ Γεωργίου
Tο Blue Bungalow, η εξοχική κατοικία του Κύπριου ζωγράφου Πολ Γεωργίου, με θέα την παραλία του Βαρωσίου, παραμένει ένας χώρος γεμάτος τέχνη και μνήμες. Παρά την εγκατάλειψη της περιοχής, λόγω της τουρκικής εισβολής, τα χρώματα στους τοίχους, οι τοιχογραφίες, τα παραδοσιακά πιάτα και τα γύψινα διακοσμητικά διατηρούνται, αποπνέοντας το προσωπικό αποτύπωμα του καλλιτέχνη.
Ο Πολ Γεωργίου περνούσε τα καλοκαίρια του σε αυτό το σπίτι, δίπλα από το ξενοδοχείο King George και απέναντι από το νησάκι Καμήλα. Το είχε διακοσμήσει με δικά του έργα: αγιογραφίες, εκκλησίες, ακόμα και έναν μοναχικό Δον Κιχώτη στον επάνω όροφο. «Το σπίτι ήταν φόρος τιμής στην Κύπρο που τόσο αγάπησε», περιγράφει ο πρώην υφυπουργός Πολιτισμού Γιάννης Τουμαζής.
Αν και αυτοδίδακτος, ο Γεωργίου ανέπτυξε ένα πλούσιο και τεχνικά άρτιο ιδίωμα. Η θεματολογία του εμπνεόταν από την κυπριακή ύπαιθρο, τη θρησκεία και την ιστορία του νησιού. Έργα του παρουσιάστηκαν σε πολλές εκθέσεις στην Κύπρο και στο εξωτερικό. Ξεχωρίζουν «Η παράδοση του Ιταλικού Στόλου – 13 Σεπτεμβρίου 1943», που ανήκει στο Imperial War Museum του Λονδίνου, και «Τα Πειρατικά του Αιγαίου», το οποίο δόθηκε στον Winston Churchill και εκτίθεται στο Chartwell του Kent.
Έμπνευση για διανοούμενους και καλλιτέχνες
Ο τόπος ενέπνευσε και πολλούς ανθρώπους των τεχνών και του πνεύματος. Ο Σεφέρης, ο Ελύτης, ο Γκάτσος, περπάτησαν στους δρόμους της πόλης, ενώ ο Νίκος Καζαντζάκης είχε πει χαρακτηριστικά το 1954:
«Δεν υπάρχει στον κόσμο τίποτα που να μου δίνει την αίσθηση της γυναίκας όσο η Αμμόχωστος. Είναι από τα ωραιότερα μέρη της Γης. Δεν θα ‘θελα να πεθάνω πριν ξαναπάω στην Αμμόχωστο.»
Ο φωτογράφος Robin Plummer ανέβασε στο Facebook ένα συγκλονιστικό άλμπουμ με φωτογραφίες από τον Ιούνιο του 1973, που αιχμαλωτίζουν την ενέργεια και το φως μιας πόλης που ήταν πραγματικά ζωντανή.
Photo by Robin Plummer
Βαρώσια και Hollywood
Δεν είναι υπερβολή να πούμε ότι τα Βαρώσια αποτέλεσαν κινηματογραφικό σκηνικό. Το 1960, η χολιγουντιανή ταινία «Έξοδος» (με τον Paul Newman) γυρίστηκε στην περιοχή, με τα γυρίσματα να διαρκούν τέσσερις μήνες και τους συντελεστές να απολαμβάνουν τη φιλοξενία του ξενοδοχείου Constancia.
Ανάμεσα στο 1970 και το 1974, τα Βαρώσια ήταν τόπος συνάντησης της διεθνούς ελίτ. Η Brigitte Bardot, η Elizabeth Taylor, ο Richard Burton και η Raquel Welch επισκέπτονταν τακτικά την περιοχή, ενώ το συγκρότημα ABBA φέρεται να έκανε εκεί μία από τις πρώτες τους άτυπες εμφανίσεις κατά τη διάρκεια διακοπών.
Μια νεκρή πόλη πίσω από τα συρματοπλέγματα
Σήμερα, τα Βαρώσια παραμένουν ένα «παγωμένο» σκηνικό. Οι άλλοτε γεμάτοι ζωή δρόμοι έχουν σιγήσει. Τα ξενοδοχεία και τα σπίτια παραμένουν ερειπωμένα, μαρτυρώντας τη βίαιη διακοπή της καθημερινότητας. Αντί για μουσική από κλαμπ και πολυτελή αυτοκίνητα, ακούγονται πλέον μόνο τα βήματα στρατιωτικών περιπόλων και τα θρόισμα του ανέμου που περνά ανάμεσα από σπασμένα τζάμια. Μια πόλη-φάντασμα…
Τα Βαρώσια δεν είναι απλώς ένα εγκαταλελειμμένο τουριστικό θέρετρο. Είναι μια πόλη που πάγωσε στον χρόνο, μαρτυρώντας την απώλεια, αλλά και τη νοσταλγία. Όσοι τα έζησαν, κουβαλούν ακόμη τη μνήμη της ζωντανής αυτής πόλης, ενώ όσοι τα γνώρισαν μόνο από φωτογραφίες, νιώθουν δέος για την αληθινή της ομορφιά.
Η ιστορία της Αμμοχώστου είναι υπενθύμιση πως η ομορφιά, η πρόοδος και η ειρήνη μπορούν να χαθούν μέσα σε μια στιγμή. Κι όμως, στις σιωπηλές της λεωφόρους αντηχεί ακόμη η υπόσχεση μιας επιστροφής.