ΚΛΕΙΣΙΜΟ
Loading...
ΦΟΡΑΜΕ: Leggings, cropped λευκό μπλουζάκι και μπαλαρίνες

«Μεθυστής» του Γιάννη Καλπούζου

Στα χώματα της Κρήτης.

Ανδρονίκη Λασηθιωτάκη

Ανδρονίκη Λασηθιωτάκη

Σελ.: 600

Εκδόσεις: Χάρτινη πόλη

Το μυθιστόρημα «Μεθυστής – Στα χώματα της Κρήτης» αποκαλύπτει πρώτα απ’ όλα την επίμονη και σε βάθος μελέτη της ιστορίας και της κοινωνικής πραγματικότητας της Κρήτης κατά την κρίσιμη περίοδο 1937–1945, που έκανε ο συγγραφέας του.  Κάθε σελίδα μοιάζει να είναι καρπός έντονης έρευνας: ο συγγραφέας δεν περιορίζεται σε γενικόλογες αναφορές σε ιστορικά γεγονότα, αλλά ανασυνθέτει μέσα από αφηγηματικές λεπτομέρειες την καθημερινότητα των ανθρώπων, την οικονομική δυσπραγία, τις αντιστάσεις και τη συλλογική μνήμη. Από τη δικτατορία του Μεταξά μέχρι την ελληνοϊταλική σύγκρουση, από τη Μάχη της Κρήτης έως την κατοχή με τις αυθεντικές αναφορές σε μαυραγορίτες, δωσίλογους και αντιστασιακούς, η αφήγηση στηρίζεται σε ιστορικά δεδομένα   και όχι απλά σε λογοτεχνικά στερεότυπα.

Αυτή η θεμελιώδης έρευνα διαφαίνεται ήδη από την επιλογή των τόπων και των χρονικών περιόδων: Ηράκλειο, Κρουσώνας, Χανιά, τα δύσβατα βουνά της Κρήτης, όπου διαδραματίζονται οι σκηνές μάχης και αντίστασης. Η ανάγνωση συνοδεύεται από την αίσθηση ότι ο συγγραφέας έχει περπατήσει στα σοκάκια των χωριών, έχει μυρίσει τον καπνό των βομβαρδισμών, έχει ακούσει αφηγήσεις των ντόπιων, ώστε να ξαναδώσει φωνή σε εκείνες τις μνήμες με αυθεντικότητα και ακρίβεια.

Αυτό που κάνει το έργο να ξεχωρίζει δεν είναι μόνο η πλήρης ιστορική κάλυψη, αλλά ο τρόπος που συνθέτει το χώμα και το σώμα· την κοινωνία ως έδαφος με μνήμη και τους ανθρώπους ως φορείς ιστορίας. Ο Νέστορας, κεντρική φωνή του αφηγήματος, ταξιδεύει μέσα από προσωπικά τραύματα και συνειδήσεις σε έναν τόπο που έχει υποστεί βία και προδοσία, αλλά και έναν τόπο που αναγεννάται μέσα από την αντίσταση και την αξιοπρέπεια. Ο συγγραφέας αξιοποιεί χαρακτήρες όπως η Αριάνθη, ο Μιχαλαριάς, η Βιολέτα, ο Ντιραβένας και η Καδιανιά — όχι ως απλές μεταφορικές φιγούρες, αλλά ως πολυμορφικό ενσάρκωμα των κοινωνικών και ηθικών συγκρούσεων της εποχής.

Η αφηγηματική πυκνότητα του κειμένου, η ένταση στην περιγραφή σκηνών μάχης, η οδύνη και το τραύμα που διαχέονται μέσα από τις μικρές καθημερινές πρακτικές (μια οικογένεια που κρύβει τροφή, ένας πατέρας που ουρλιάζει για την απώλεια, μια γυναίκα που θρηνεί αθώους νεκρούς) φανερώνουν την πρόθεση να μεταφέρει την ψυχολογία του τόπου σε επίπεδο συλλογικής εμπειρίας. Πρόκειται για τέτοια έκταση έρευνας, που ο τόπος ζωντανεύει και αναδύει οσμή πόνου, πείνας, αντίστασης, αμφιβολίας και ελπίδας την ίδια στιγμή.

Το ζητούμενο της μελέτης φαίνεται ακόμα έντονα στη χρήση υπαρκτών ιστορικών προσώπων και γεγονότων, που ενσωματώνονται χωρίς φλυαρία, αλλά με σεβασμό στην πραγματικότητα και στην ιστορική ακρίβεια. Η αφήγηση αποφεύγει λογοτεχνικούς, φανταστικούς και ενδιάμεσους κόσμους· επιδιώκει την αληθοφάνεια μέσω της γλώσσας, της εικόνας, της στάσης των ανθρώπων. Η χρήση διαλόγων και η εισαγωγή προφορικού ιδιώματος χωρίς υπερβολές ενισχύει αυτή την αυθεντικότητα και δείχνει ότι ο συγγραφέας έχει δει, ακούσει, καταγράψει μελέτες, μαρτυρίες και ντοκουμέντα της εποχής.

Η γλώσσα του Καλπούζου είναι συγχρόνως λαϊκή και αμφίδρομα ποιητική. Η αφήγηση «κυλά» με λιτότητα, αλλά γεμάτη δύναμη: σωστά γεωγραφημένη, στιβαρή, με επιλογές όπου κάθε εικόνα και κάθε φράση λειτουργεί ως φορέας θεματικού φορτίου. Ταυτόχρονα, δεν παραλείπει να εισάγει μεταφορικές εντυπώσεις: η Κρήτη γίνεται πεδίο δοκιμασίας αλλά και εμάς που τη διαβάζουμε, χώμα που φέρνει μνήμες και τραύματα. Η αντίθεση ανάμεσα στο φυσικό τοπίο και την ανθρώπινη έκδοση της πείνας, του θανάτου ή της προδοσίας, αναδεικνύεται με ακρίβεια και σοβαρότητα — χωρίς μελό, χωρίς καρικατουρίστικα τεχνάσματα, αλλά με βαρύνουσα κοινωνική και πολιτική συνείδηση.

Περπατώντας ανάμεσα σε αυτές τις σελίδες, ο αναγνώστης βιώνει τα εγκλήματα της Κατοχής: την αποκτήνωση των δωσίλογων, τις κατασχέσεις, την εκμετάλλευση της ανθρώπινης δυστυχίας. Αλλά και την άλλη πλευρά: καθημερινούς ανθρώπους που αρνούνται, αντιστέκονται, οργανώνονται. Η έντονη κοινωνική συνείδηση του κειμένου είναι εμφανής στον τρόπο που συνδέει την αφήγηση με τη συλλογική μνήμη: η οικογένεια του αφηγητή, οι φυλακές, οι ομάδες αντίστασης, τα σαμποτάζ, τα βομβαρδισμένα χωριά.

Δεν υπάρχει εξιδανίκευση της βίας ή της αντίστασης. Η αφήγηση δεν κρύβει τις σκοτεινές στιγμές, τις διχογνωμίες, τα λάθη, την παραίτηση. Αντίθετα, η μαρτυρία προβάλλει την ηθική αμφιταλάντευση και την ανθρώπινη σύγχυση σε συνθήκες βίας. Το κείμενο είναι προϊόν ευθύνης αλλά και διορατικότητας. Αφήνει τον αναγνώστη να βιώσει, να σκεφτεί και να συγκρίνει τα ιστορικά δεδομένα με τη φωνή του ήρωα, με την καθοριστική απόσταση ανάμεσα στις αφηγήσεις του παρελθόντος και την ανθρώπινη ενσυναίσθηση σήμερα.

Το αποτέλεσμα είναι ένα έργο που οι αναγνώστες δεν αφήνουν εύκολα κάτω: πολλοί σχολιαστές σημείωσαν ότι «το ζεις αυτό το βιβλίο» και ότι «γίνεσαι ένα με τους ήρωες του». Αυτή η αίσθηση της ζωής που διαχέεται μέσα από την αφήγηση δεν οφείλεται σε ψεύτικες συγκινήσεις, αλλά σε συνειδητή χρήση της γλώσσας, της αφήγησης και των ιστορικών πηγών. Η έρευνα λειτουργεί ως υπόβαθρο της αφήγησης· η ακρίβεια είναι άρρηκτα δεμένη με το καλλιτεχνικό ύφος.

Συνολικά, αν ο αναγνώστης ενδιαφέρεται για λογοτεχνικά έργα που σέβονται την ιστορία, προβάλλουν την έρευνα και αναδεικνύουν την κοινωνική διαστρωμάτωση μέσα από αφηγηματική πυκνότητα, ο «Μεθυστής» αποτελεί παράδειγμα τέτοιου εμβληματικού έργου. Μέσα στις σελίδες του αναγνωρίζεται η αλήθεια ενός τόπου — η Κρήτη των ανθρώπων της Αντίστασης και των θυμάτων — αλλά και η αλήθεια μιας πένας που μιλά με γνώση, σεβασμό και ευθύνη. Το μυθιστόρημα αυτό προσφέρει εμπειρία μνήμης που εδράζεται σε ιστορική έρευνα και ζωντανεύει ανθρώπινες μνήμες μέσα από λόγο που αγαπά τόσο την αλήθεια όσο και την τέχνη.

Αναζητήστε το βιβλίο στα Βιβλιοπωλεία Parga εδώ.

lasithiotakisa@sppmedia.com

Από το οπισθόφυλλο: ΚΡΗΤΗ 1937-1945. Χρόνια σαν αιχμηρές ακίδες, αλλά και με φωτεινά φτεροκοπήματα. Ο Νέστορας πορεύεται με τηv αρχή: Ευτυχώς χρωστάω στη ζωή και δε μου χρωστάει. Η Αριάνθη αναρωτιέται: Μήπως αν τα βάνεις όλα σε τάξη σού ξεφεύγει η ζωή; Ο Μιχαλαριάς, με τη μισή καρδιά του από γρανίτη και την άλλη μισή από βαμβάκι, αφότου ξεκάμπισε στο χνούδι της γης, έζησε ωσάν μανιασμένος ταύρος. Η πασίχαρη Βιολέτα δηλώνει: Ή με τον Τίτο ή σε μοναστήρι. Ο Ντιραβένας, κατά πώς λέει, μετατρέπεται σε σκαντζόχοιρο για να μην τον φάνε οι αλεπούδες. Η Καδιανιά αντροκαλεί τα κύματα. Στο πρόσωπο του Χαραλάμπη Γιανναδάκη σμίγει η έκρηξη με τη γαλήνη. Δικτατορία Μεταξά, το Ελληνοϊταλικό Μέτωπο, η μάχη της Κρήτης, η ανηλεής γερμανική κατοχή στο νησί και η αντίσταση. Τα φοβερά κι εγκληματικά αντίποινα των Γερμανών, η προπαγάνδα και η κατατρομοκράτηση του λαού, η κοινωνική ανισότητα, τα δόντια της πείνας, μαυραγορίτες, δωσίλογοι, καταδότες, άνθρωποι χωρίς κανέναν ηθικό και ιδεολογικό φραγμό, αλλά κι εκείνοι που, όταν στέκονται μπροστά σου, χαμηλώνεις το βλέμμα όπως στην κονταριά του ήλιου. Ξυπόλυτες αλήθειες και παπουτσωμένα ψέματα. Ανυπόταχτοι, αγωνιστές, σκιαγμένοι, υποκριτές, πολτοποιημένες συνειδήσεις, μίσος, απληστία και αχαριστία.Η ψυχή της γυναίκας που χτυπήθηκε στο αμόνι της άνοιξης και του άντρα στο αμόνι του χειμώνα, ένα ματωμένο κροσσωτό κεφαλομάντιλο κι ο μεγαλύτερος πλούτος της ζωής: Δυο μάτια να σε θωρούν με λαχτάρα

Για τον συγγραφέα: : Ο Γιάννης Καλπούζος γεννήθηκε το 1960 στο χωριό Μελάτες της Άρτας και ζει μόνιμα από το 1983 στην Αθήνα. Μέχρι σήμερα έχει εκδώσει τρεις ποιητικές συλλογές, οι οποίες πλέον κυκλοφορούν σε έναν τόμο με τίτλο «Γιάννης Καλπούζος, Ποίηση 2000-2017», μία συλλογή διηγημάτων με τίτλο «Κάποιοι δεν ξεχνούν ποτέ» και τα μυθιστορήματα: «Σάος-Παντομίμα Φαντασμάτων», «Ιμαρέτ-Στη σκιά του ρολογιού», «Άγιοι και δαίμονες-Εις ταν Πόλιν», «Ουρανόπετρα-Όπου πατώ είναι δικός μου δρόμος», «Ό,τι αγαπώ είναι δικό σου», «σέρρα-Η ψυχή του Πόντου», «γινάτι-Ο σοφός της λίμνης», «ἐρᾶν-Βυζαντινά αμαρτήματα» και «ραγιάς-Σε κανέναν και σε τίποτα». Το μυθιστόρημά του «Ιμαρέτ», τιμήθηκε με το Βραβείο Αναγνωστών του Εθνικού Κέντρου Βιβλίου, ενώ μεταφράστηκε στα πολωνικά, στα τουρκικά, στα αραβικά, στα αλβανικά και στα αγγλικά. Αξίζει να σημειωθεί ότι έχει ξεπεράσει τις 125.000 πωλήσεις. Το «Ιμαρέτ» κυκλοφορεί και σε εφηβικό μυθιστόρημα σε δύο τόμους (για παιδιά άνω των 10 ετών) με εικονογράφηση του σκηνογράφου Αντώνη Χαλκιά. Η ποιητική του συλλογή «Έρωτας νυν και αεί», ήταν υποψήφια στη βραχεία λίστα για το κρατικό βραβείο ποίησης στην Ελλάδα, ενώ η παραλογή «Ο λύκος», που εμπεριέχεται στη συλλογή διηγημάτων, βραβεύτηκε στον Διεθνή Διαγωνισμό Ποίησης και Διηγήματος του πανεπιστημίου του Παλέρμο Ιταλίας. Το μυθιστόρημά του «Σέρρα-Η ψυχή του Πόντου» τιμήθηκε με το πρώτο βραβείο μυθιστορήματος Μικρασιατικού περιεχομένου για τα έτη 2016-2018 και μεταφράστηκε στα αλβανικά. Το «σέρρα» έχει ξεπεράσει τις 82.000 πωλήσεις. Τα μυθιστορήματά του «γινάτι-Ο σοφός της λίμνης» και «ἐρᾶν-Βυζαντινά αμαρτήματα», τιμήθηκαν με το Βραβείο Βιβλιοπωλείων Public το 2019 και το 2021 αντίστοιχα. Το μυθιστόρημά του «ραγιάς-Σε κανέναν και σε τίποτα» μεταφράστηκε στα αλβανικά. Ο Γιάννης Καλπούζος συμμετείχε σε συλλογικά έργα, διασκεύασε σε θεατρικό σενάριο τα μυθιστορήματά του «σέρρα-Η ψυχή του Πόντου» και «Ιμαρέτ», και έχει γράψει τους στίχους 80 τραγουδιών, πολλά από τα οποία έγιναν μεγάλες επιτυχίες στην Ελλάδα. Τον Μάρτιο του 2023 κυκλοφόρησε το νέο του μυθιστόρημα με τίτλο «Καλντερίμι» και υπότιτλο «99 χρόνια στη Σαλονίκη». Πλέον όλα τα βιβλία του κυκλοφορούν από τις εκδόσεις Ψυχογιός.

Ανδρονίκη Λασηθιωτάκη: Τελευταία Ενημέρωση