ΚΛΕΙΣΙΜΟ
Loading...
ΦΟΡΑΜΕ: maxi denim φούστα και απλό ριγέ τοπ
 

Η κοιλάδα με τις φουντουκιές

Ο Πολύστυπος, ένα από τα πιο ψηλά και πιο πράσινα χωριά της Κύπρου, μπορεί να περηφανεύεται για ένα από τα εντυπωσιακά δάση του τόπου μας, το φουντουκοδάσος.

Μιχάλης Μιχαηλίδης

Μιχάλης Μιχαηλίδης

Οι διακοπές μου, αυτές του Αυγούστου, είχαν πάντοτε τον Πολύστυπο στην εξίσωση. Και ειδικά κατά την παιδική μου ηλικία, αφού ένα μεγάλο μέρος του καλοκαιριού το περνούσαμε στο χωριό. Πέραν όμως από τον Αύγουστο και το οξυγόνο με το οποίο διαχρονικά γεμίζουμε τα πνευμόνια μας τα καλοκαίρια, το χωριό είναι για μένα άλλα χίλια πράγματα. Αρχικά, είναι οι άνθρωποι, η οικογένειά μου αλλά και πολλοί φίλοι. Είναι οι Κυριακές στην εκκλησία και η μικρή ιεροτελεστία στην αυλή αμέσως μετά τη λειτουργία, με τα κεράσματα και τις ζιβανίες. Είναι τα τραπέζια τα μεσημέρια, με το ψητό, τα κουπέπια, τις ιστορίες του παππού και τις «τραουθκιές» της γιαγιάς (που έφυγε πρόσφατα). Είναι η παγωμένη μπύρα στο καφενείο (ή σουμάδα τον χειμώνα), είναι η «γιορτή του ππαλουζέ» στο σχολείο, είναι η συναυλία στο φουντουκοδάσος τον Αύγουστο, είναι το Ξαρκής που συνέδεσε το όνομά του (και) με το χωριό μας, είναι το ηλιοβασίλεμα από τη Μαδαρή, είναι οι απογευματινοί περίπατοι στην Κρύα Βρύση και στου «Λαούδα» (εκεί που βρίσκεται το εστιατόριο Πάνθεον), είναι η αυξημένη κίνηση στο χωριό κάθε Πάσχα, είναι η κατανυκτική ατμόσφαιρα στο ξωκλήσι του Απόστολου Ανδρέα, είναι τα γλυπτά του Καϊμάκη που σε ταξιδεύουν στις Κυκλάδες, είναι οι ολοζώντανες φωτογραφίες του Ξενή, είναι τα μοχίτο του Κωνσταντίνου, είναι τα κρασάτα αλλαντικά, είναι η ζιβανία, είναι το κρασί από το πιθάρι, είναι ο σουτζούκος, είναι τα αθάσια, το αχλάδια, τα μήλα, η ξισταρκά, είναι ο τρύγος στις Αλουπότρυπες. 

Μια από αυτές τις αναμνήσεις, η πιο πρόσφατη, αφορά σε μια εκδρομή μας στο χωριό με μια παρέα φίλων. Δώσαμε ραντεβού στην είσοδο του Πολυστύπου, εκεί που ξεκινά το φουντουκοδάσος (ή «φυντουκκόδασος όπως το λέμε εμείς οι Πολυστυπιώτες), κάτω από τον Κλάδο του Χατζηματθαίου. Έναν αιωνόβιο δρυ που είναι εκεί για να μας υπενθυμίζει πάντα πως «όταν θα ‘ρθει η Άνοιξη, αν θα ‘μαστε πια νεκροί, τα λουλούδια θ’ ανθίσουν με τον ίδιο τρόπο και τα δέντρα δεν θα ‘ναι λιγότερο πράσινα απ’ ότι την άνοιξη την περασμένη». Και αυτό γιατί, «η πραγματικότητα δεν μας έχει ανάγκη», όπως πολύ όμορφα και ουσιαστικά το έθεσε ο σπουδαίος Πορτογάλος ποιητής Φερνάντο Πεσόα.

Είναι χίλια πράγματα για μένα ο Πολύστυπος, χίλια χρώματα, χίλιες μυρωδιές, χίλια πρόσωπα, χίλια τραγούδια και χίλιες αναμνήσεις.

Αφού μαζευτήκαμε όλοι, διασχίσαμε ένα μεγάλο μέρος του μονοπατιού (με συνολικό μήκος 1.3 km), βγάλαμε φωτογραφίες, είδαμε πώς μαζεύονται τα φουντούκια, χορτάσαμε πράσινο, γευτήκαμε διάφορους καρπούς στη διαδρομή (από φρέσκα φουντούκια και καρύδια, μέχρι σύκα και μπουρνέλες), ενώ κάναμε και πλάκα αναφέροντας πως από ένα σημείο που περνά ο ποταμός στάνταρ θα έχει περάσει κάποια μυθική θεότητα στο παρελθόν. Πέραν όμως την πλάκας και του όποιου θρύλου ή μύθου μπορεί να συνδέεται με το φουντουκοδάσος (αυτό θέλει έρευνα και θα την κάνουμε), το μόνο σίγουρο είναι πως οι περίπατοι με παρέα σε τέτοια σημεία είναι πάντα μια διαδικασία πολύ πιο ουσιαστική από ένα περπάτημα στη φύση.

Κατά την επιστροφή στο χωριό κάναμε στάση στο καφενείο του Σταυρή και απολαύσαμε παγωμένη μπύρα και κυπριακό καφέ, κόβοντας κίνηση στα τρία παγκάκια, πριν καταλήξουμε τελικά στο πυροφυλάκιο της Μαδαρής και καλά για να απολαύσουμε το εντυπωσιακό ηλιοβασίλεμα. Έλα όμως που η φύση δεν είχε κέφια εκείνο το Σάββατο. Ή μπορεί και να είχε, εξαρτάται πώς το βλέπει ο καθένας. Η πυκνή ομίχλη δημιούργησε ένα χιτσκοκικό σκηνικό, που όχι μόνο δεν βλέπαμε τον ήλιο, αλλά μας έδινε την αίσθηση ότι βρισκόμασταν στην καρδιά του χειμώνα. Ακόμα και η θερμοκρασία έπεσε κατακόρυφα. Βγάλαμε παρόλα αυτά μερικές φωτογραφίες και κατεβήκαμε στο Πάνθεον, στην έξοδο του χωριού για Άλωνα, για να απολαύσουμε νόστιμο σουβλάκι. Στο εν λόγω «κέντρο» αξίζει να πάτε και πρωί για καφέ και πρόγευμα ή κοντά στο σούρουπο, αφού η θέα από την αυλή του εκτείνεται ως τη Λευκωσία.

Κι αφού γεμίσαμε τις μπαταρίες ποικιλοτρόπως, ήμασταν πλέον έτοιμοι για να κατέβουμε ξανά στον Παρακανιά, όπως ονομάζεται η περιοχή που βρίσκεται η κοιλάδα με τις φουντουκιές. Εκεί εκτυλισσόταν η πιο μυσταγωγική συναυλία του καλοκαιριού, με καμιά δεκαριά ερασιτέχνες παιχταράδες, οι οποίοι, χωρίς ρεύμα, μας ερμήνευσαν μερικά από τα πιο όμορφα ελληνικά τραγούδια. Η κοιλάδα με τις φουντουκιές, που τον Αύγουστο είναι πάντα λίγο πιο εντυπωσιακή, γέμισε κόσμο, μελωδίες και απέκτησε ωραία ενέργεια.

Εκεί στην κοιλάδα με τις φουντουκιές συνειδητοποιήσαμε για άλλη μια φορά πως η επαφή με τη φύση δεν είναι σύνθημα της εποχής αλλά ουσιαστική ανθρώπινη ανάγκη.

Μιχάλης Μιχαηλίδης: Τελευταία Ενημέρωση