
Ριάνα Στυλιανού
Ο σύντροφός μου χρησιμοποιεί μία και μοναδική ενυδατική κρέμα. Πρωί και βράδυ, χωρίς καμία παραλλαγή, χωρίς επιπλέον βήματα. Δεν φορά αντηλιακό -πράγμα που θεωρώ μεγάλο λάθος- αλλά, παρ’ όλα αυτά, το δέρμα του είναι πιο φωτεινό, πιο υγιές, πιο καθαρό από το δικό μου. Κι εγώ, που έχω αφιερώσει άπειρες ώρες σε skincare ρουτίνες και drawers γεμάτα προϊόντα και εργαλεία ομορφιάς, μοιάζει να παλεύω διαρκώς να φτάσω το ίδιο αποτέλεσμα. Αν ανοίξεις το συρτάρι μου, θα βρεις μέσα ό,τι κυκλοφορεί: rollers, LED μάσκες, microcurrent συσκευές, ακόμη και gadgets για το τριχωτό της κεφαλής. Δεν έχω περάσει (ακόμη) στο στάδιο των ενέσιμων θεραπειών, όμως, κάθε νέα κυκλοφορία που υπόσχεται λάμψη, τόνωση ή «νεανική επιδερμίδα», σχεδόν πάντα περνά πρώτα από τα χέρια μου. Κάποιες φορές γιατί θέλω να τη δοκιμάσω, άλλες γιατί, ως beauty editor, τη λαμβάνω στο πλαίσιο της δουλειάς μου.
Όταν η τεχνολογία… δεν λειτούργησε
Θυμάμαι χαρακτηριστικά μια φορά που χρησιμοποίησα με συνέπεια ένα εργαλείο για την περιοχή των ματιών -ένα μικρό, «έξυπνο» beauty gadget, με LED φως και δονήσεις, που υπόσχονταν να μειώσουν τους μαύρους κύκλους και τα πρηξίματα. Δύο εβδομάδες αργότερα, ξύπνησα με έντονη φαγούρα και κοκκινίλα στα μάτια. Ο γιατρός διέγνωσε επιπεφυκίτιδα. Δεν μπορώ να πω με σιγουριά ότι προκλήθηκε από το εργαλείο, όμως, οφείλω να παραδεχτώ ότι εκείνη η εμπειρία μου άφησε μια σκέψη που δεν φεύγει εύκολα: μήπως τελικά όλα αυτά τα beauty tools και gadgets δεν είναι τόσο απαραίτητα όσο πιστεύουμε; Μήπως γινόμαστε, χωρίς να το καταλαβαίνουμε, θύματα μιας υπερκατανάλωσης που μας πείθει ότι η ομορφιά χρειάζεται όλο και περισσότερα μέσα για να επιτευχθεί;
Photo from Pinterest
Από την αρχαιότητα μέχρι τα LED
Αν το σκεφτούμε ψύχραιμα, η εμμονή με τα εργαλεία ομορφιάς δεν είναι κάτι καινούριο. Από την αρχαιότητα ακόμη, οι άνθρωποι αναζητούσαν τρόπους να φροντίσουν το σώμα και το πρόσωπό τους. Οι Αιγύπτιοι χρησιμοποιούσαν μάσκες από μέλι και γάλα, τα ρωμαϊκά λουτρά συνδύαζαν καθαρισμό και χαλάρωση, ενώ στον 20ό αιώνα, με τη βιομηχανική επανάσταση, εμφανίστηκαν τα πρώτα μηχανικά εργαλεία αισθητικής φροντίδας. Ωστόσο, η μαζική εξάπλωση των beauty gadgets όπως τα γνωρίζουμε σήμερα – μικρές οικιακές συσκευές με τεχνολογίες LED και μικρορευμάτων – άρχισε ουσιαστικά μέσα στην τελευταία δεκαετία και εκτοξεύτηκε κατά την περίοδο της πανδημίας του COVID-19. Όταν τα ινστιτούτα αισθητικής και τα spa έκλεισαν, ο κόσμος στράφηκε σε λύσεις που μπορούσε να εφαρμόσει στο σπίτι. Έτσι, γεννήθηκε το φαινόμενο του “at-home beauty”: gua sha, μάσκες φωτός και συσκευές μασάζ έγιναν ανάρπαστα.
Σύμφωνα με έρευνες αγοράς, οι πωλήσεις beauty gadgets αυξήθηκαν θεαματικά μετά το 2020 και η αξία αυτής της αγοράς εκτιμάται ότι θα ξεπεράσει τα 90 δισεκατομμύρια δολάρια έως το 2030. Το lockdown δημιούργησε συνθήκες αυτοεξυπηρέτησης, αλλά και κάτι βαθύτερο: την ψευδαίσθηση ότι μπορούμε να γίνουμε οι ίδιοι οι «ειδικοί» του εαυτού μας. Αντί να πηγαίνουμε στην αισθητικό, αγοράζαμε συσκευές που υποσχόταν αποτελέσματα επαγγελματικού επιπέδου. Κι όμως, κάπου μέσα σε αυτό το κύμα αυτοφροντίδας, κρύβεται και μια παγίδα -αυτή της υπερβολής.
Photo from Pinterest
Η παγίδα της υπερβολής
Σήμερα, υπάρχει ένα εργαλείο για κάθε πιθανό και απίθανο σημείο του σώματος. Για το πρόσωπο, συσκευές LED, rollers, microcurrent και microneedling. Για τα μάτια, δονητικά sticks ή mini μάσκες που υπόσχονται μείωση ρυτίδων και μαύρων κύκλων. Για τα μαλλιά, συσκευές λέιζερ ή LED για την τριχόπτωση, για το σώμα μηχανήματα ραδιοσυχνοτήτων και κρυοθεραπείας. Όσο περισσότερα, τόσο το καλύτερο -ή τουλάχιστον έτσι μας μαθαίνουν να πιστεύουμε. Κι όμως, η ερώτηση παραμένει: έχουμε πραγματικά ανάγκη από όλα αυτά;
Τα επιχειρήματα υπέρ της χρήσης τέτοιων εργαλείων είναι γνωστά. Η πρακτικότητα του να έχεις ένα «mini spa» στο σπίτι, η συνέπεια που μπορεί να προσφέρει μια καθημερινή ρουτίνα, το αίσθημα αυτοφροντίδας και χαλάρωσης που συνοδεύει τη διαδικασία. Σε πολλές περιπτώσεις, τα αποτελέσματα μπορεί να είναι όντως ορατά – ειδικά όταν πρόκειται για ήπιες θεραπείες LED που βοηθούν στη φλεγμονή ή στο κολλαγόνο. Ωστόσο, το άλλο μισό της αλήθειας είναι πως οι περισσότερες από αυτές τις συσκευές προσφέρουν μικρά, οριακά οφέλη, τα οποία δεν διαρκούν αν δεν υπάρχει συνέπεια, ενώ η επιστημονική τους τεκμηρίωση είναι συχνά ασαφής.
Photo from Pinterest
Επιπλέον, υπάρχει και το πρακτικό κομμάτι της ασφάλειας. Κάθε εργαλείο που έρχεται σε επαφή με το δέρμα, με τα μάτια ή με το τριχωτό της κεφαλής, απαιτεί σχολαστικό καθαρισμό, σωστή χρήση και, πολλές φορές, επαγγελματική καθοδήγηση. Στην πράξη, λίγοι είναι εκείνοι που τηρούν όλους τους κανόνες υγιεινής ή τις οδηγίες χρήσης. Κι εκεί ακριβώς μπορεί να εμφανιστούν προβλήματα όπως ερεθισμοί, αλλεργίες ή, στην περίπτωσή μου, μια πιθανή μόλυνση. Όλα αυτά κάνουν το ερώτημα «χρειάζομαι πραγματικά αυτό το gadget;» πιο επίκαιρο από ποτέ.
Παράλληλα, δεν μπορούμε να αγνοήσουμε και τον παράγοντα της υπερκατανάλωσης. Η βιομηχανία της ομορφιάς έχει μάθει να επαναπροσδιορίζει διαρκώς την έννοια της ανάγκης. Μόλις αρχίσουμε να συνηθίζουμε ένα προϊόν, έρχεται το επόμενο, «αναβαθμισμένο», για να μας πείσει πως χωρίς αυτό η ρουτίνα μας είναι ελλιπής. Είναι λίγο σαν την ιστορία των iPhone· κάθε χρόνο ένα νέο μοντέλο, λίγο πιο γυαλιστερό, λίγο πιο γρήγορο, που μας κάνει να πιστεύουμε ότι το προηγούμενο είναι ξαφνικά ξεπερασμένο. Τα κινητά μας σήμερα ακούν, μιλούν, οργανώνουν τη ζωή μας και εκτελούν χιλιάδες λειτουργίες που πριν από δέκα χρόνια θα μας φαίνονταν επιστημονική φαντασία. Διευκολύνουν την καθημερινότητα σε απίστευτο βαθμό, αλλά – όσο εντυπωσιακά κι αν γίνονται – δεν νομίζω ότι θα με ενθουσιάσουν πραγματικά, εκτός κι αν φτάσει η μέρα που ο Steve Jobs καταφέρει (μεταφορικά έστω) να κάνει ένα iPhone να σκουπίζει, να μαγειρεύει και να βάζει πλυντήριο.
Το αποτέλεσμα είναι να συσσωρεύουμε συσκευές, προϊόντα και υποσχέσεις -μια συνεχής αναζήτηση της τελειότητας που δεν έρχεται ποτέ. Και κάπου εκεί, το skincare παύει να είναι φροντίδα και γίνεται εμμονή.
Η επιστροφή του “less is more”
Τα τελευταία χρόνια, ωστόσο, παρατηρείται και η αντίθετη τάση: το λεγόμενο “skinimalism”. Είναι η φιλοσοφία του «less is more», η επιστροφή στη λιτή, ουσιαστική φροντίδα με λίγα αλλά αποδοτικά προϊόντα. Πολλοί δερματολόγοι συμφωνούν ότι η υπερβολή σε θεραπείες και συσκευές μπορεί να αποδιοργανώσει το φυσικό φράγμα του δέρματος, να προκαλέσει ευαισθησίες ή ακόμη και ακμή. Κάποιες φορές, το δέρμα χρειάζεται απλώς μια καλή ενυδάτωση, καθαρισμό και – το σημαντικότερο – αντηλιακό. Τίποτα παραπάνω.
Το πραγματικό νόημα της φροντίδας
Στο τέλος της ημέρας, δεν είναι όλα τα beauty tools άχρηστα ή επικίνδυνα. Κάποια μπορεί να προσφέρουν πραγματικά οφέλη, αρκεί να χρησιμοποιούνται σωστά και με μέτρο. Όμως, η ιδέα ότι πρέπει να τα έχουμε όλα, ότι η ομορφιά είναι συνώνυμη της τεχνολογίας και της πληθώρας, είναι ίσως η μεγαλύτερη αυταπάτη που μας πούλησε ποτέ η βιομηχανία της ομορφιάς. Αν κάτι έχω μάθει μέσα από αυτή την προσωπική σχέση αγάπης και απογοήτευσης με τα gadgets, είναι ότι καμιά συσκευή δεν μπορεί να αντικαταστήσει τη συνέπεια, τη διατροφή, τον ύπνο, τη χαρά και την εσωτερική ηρεμία.
Photo from Pinterest
Και, ίσως, εκεί βρίσκεται και η απάντηση που τόσο καιρό έψαχνα κοιτάζοντας το συρτάρι μου γεμάτο συσκευές. Ίσως τελικά, η ομορφιά δεν χρειάζεται δεκάδες κουμπιά, δονήσεις και λαμπάκια LED. Ίσως χρειάζεται απλώς μια πιο καθαρή, συνειδητή σχέση με τον εαυτό μας.
Γιατί, ναι, η φροντίδα είναι σημαντική -αλλά, όπως σε όλα, το μέτρο κάνει τη διαφορά. Και αν ο σύντροφός μου, με μια μόνο ενυδατική, καταφέρνει να δείχνει πιο λαμπερός από εμένα που δοκιμάζω τα πάντα, ίσως να ήρθε η ώρα να παραδεχτώ ότι το “less is more” δεν είναι απλώς σύνθημα. Είναι, ίσως, η πιο ουσιαστική μορφή ομορφιάς.