ΚΛΕΙΣΙΜΟ
Loading...
ΚΛΕΙΣΙΜΟ
ΦΟΡΑΜΕ: πουκάμισο και tailored maxi φούστα
 

Poor Things: Τα εμβληματικά κοστούμια της ταινίας και τα μηνύματα που κρύβουν

Σαν ένα αλλόκοτο παραμύθι, τα κοστούμια ενισχύουν την ιστορία.

Μαρία Καραμάνου

Ο Γιώργος Λάνθιμος παραχώρησε στη σχεδιάστρια Holly Waddington την ελευθερία να εκφραστεί ελεύθερα μέσα από τη σχεδίαση των κοστουμιών για την ταινία «Poor Things», όπως αναφέρει η ίδια. Η μοναδική οδηγία που έδωσε ήταν ότι δεν θέλει η εμφάνιση να θυμίζει έντονα δράμα εποχής ή επιστημονικής φαντασίας.

Η Bella Baxter, ενσαρκώνοντας τον ρόλο ενός αφελόυς παιδιού, εξελίσσεται σε μια γυναίκα που απελευθερώνεται σε σεξουαλικό και πολιτικό επίπεδο. Σημαντικό κριτήριο για τη σχεδιάστρια ήταν η απόφαση να δώσει στον χαρακτήρα μακριά, κατάμαυρα μαλλιά. Μάλιστα, η ίδια δήλωσε, «Είχαμε αυτό το βιβλίο με πατρόν από τη δεκαετία του 1890, το οποίο ο βοηθός μου το πήρε από έναν αντικέρ στην αγορά του Πορτομπέλο. Πρόκειται για μια πολύ σύντομη περίοδο της μόδας όπου υπήρχαν τεράστια μανίκια. Σκέφτηκα ότι θα έπρεπε να είναι ακόμη μεγαλύτερα – πραγματικά τεράστια. Και ο Γιώργος συμφώνησε».

Η Waddington βρήκε έμπνευση για τη χρωματική παλέτα της στον πίνακα του Egon Schiele, και αυτό το στοιχείο καθόρισε τον τρόπο που διαμορφώθηκαν τα ρούχα της. Κατά την άποψή της, τα ρούχα έπρεπε να εξελίσσονται παράλληλα με την εξέλιξη του χαρακτήρα. Επιπλέον, ο Γιώργος Λάνθιμος προσέφερε στη σχεδιάστρια απόλυτη εννοιολογική ελευθερία, επιτρέποντάς της να κρατήσει ό,τι φαινόταν να λειτουργεί καλύτερα στο πλαίσιο της ταινίας.

Το «Poor Things», βασισμένο στο μυθιστόρημα του Alasdair Grey που κυκλοφόρησε το 1992, διηγείται την ανατρεπτική ιστορία της Bella. Η πλοκή ξεκινά με τον αρχιγιατρό Godwin Baxter που επαναφέρει στη ζωή τη Bella, βάζοντας τον εγκέφαλο ενός εμβρύου σε αυτήν. Έτσι, η Βελλα αναπτύσσεται γρήγορα από μια νεαρή κοπέλα σε μια σεξουαλικά ενεργή γυναίκα με το μυαλό ενός παιδιού, εξερευνώντας τον κόσμο και αντιμετωπίζοντας τις προκλήσεις της ενηλικίωσης.

Παρά το γεγονός ότι η πλοκή του βιβλίου αναπτύσσεται στη βικτωριανή Αγγλία, ο Γιώργος Λάνθιμος δημιούργησε ένα σύμπαν που αντλεί στοιχεία από διάφορες εποχές, δημιουργώντας σκηνικά που, με τη βοήθεια του CGI, αποπνέουν απόκοσμη και εξωπραγματική ατμόσφαιρα. Αξίζει όμως να σημειωθεί ότι αυτή η αισθητική δεν παραμετροποιεί πλήρως την αίσθηση της εποχής. Αντιθέτως, διατηρεί τον αυθεντικό χαρακτήρα της βικτωριανής εποχής.

Οι αυστηροί κοινωνικοί κανόνες της εποχής αναδεικνύονται συχνά στην ταινία και βλέπουμε σιγά σιγά την απελευθέρωση της ηρωίδας με ακόμη πιο έντονο και γλαφυρό τρόπο. Τα κοστούμια, όπως και η ταινία συνολικά, προσαρμόζονται απόλυτα στον μοναδικό κόσμο της, ο οποίος λειτουργεί εκτός των περιορισμών εποχών και ενδυματολογικών κανόνων. Η έκθεση των κοστουμιών στο Barbican Theatre του Λονδίνου και η προγραμματισμένη έκθεση στο Λος Άντζελες αναδεικνύουν αυτήν την ενδυματολογική ελευθερία, δίνοντας στο κοινό την ευκαιρία να εξερευνήσει την καλλιτεχνική της πλευρά εκτός του κινηματογραφικού καμβά.

Η ενδυματολόγος της ταινίας, Holly Waddington, επιλέγοντας τα ρούχα για τη Bella, δημιούργησε ένα moodboard εμπνευσμένο από εικόνες μαγικών πλασμάτων και ξωτικών. Η επιλογή της έπεσε σε ντελικάτα και αέρινα υφάσματα, προσδίδοντας στη Bella μια αίσθηση αιθέριας και απόκοσμης ομορφιάς.

Παρόλο που η πλοκή της ταινίας εκτυλίσσεται κατά τον 19ο αιώνα, η ενδυματολόγος επέλεξε να παρακάμψει τον τυπικό κορσέ της εποχής. Αυτή η επιλογή χρησιμοποιήθηκε για να προσφέρει στην πρωταγωνίστρια μεγαλύτερη ελευθερία κινήσεων, ενώ ταυτόχρονα ενίσχυσε τον αισθητικό χαρακτήρα του φίλμ. Η απουσία στρώσεων υφάσματος, που συνήθως χαρακτηρίζει την εποχή, συνέβαλε στη δημιουργία ενός ατμοσφαιρικού και μαγευτικού στυλ που αποπνέει απόκοσμη γοητεία.

Η απόφαση της Waddington να μην υποχρεώσει τη Bella να φορέσει κορσέ εκφράζει μια προοδευτική και σύγχρονη προσέγγιση στην ενδυματολογία του κινηματογράφου. Η ίδια η ηθοποιός, υπογραμμίζει την αντίφαση και τον άτυπο χαρακτήρα της Bella, μιας γυναίκας που δεν χωράει μέσα σε καλούπια και δεν υπακούει σε κοινωνικούς κανόνες.

Η πρακτικότητα και η άνεση της ηθοποιού κατά την εκτέλεση των χορογραφημένων σκηνών αποτελούν προτεραιότητα, ενισχύοντας την αυθεντικότητα της απόδοσης. Η επιλογή να ντυθεί ως μωρό στις πρώτες σκηνές δεν ακολουθεί τα συνηθισμένα μωρουδιακά ρούχα, αλλά αντίθετα, χρησιμοποιεί συμβολισμούς. Αυτή η διαφορετική προσέγγιση στο κοστούμι αναδεικνύει τον καλλιτεχνικό και συμβολικό ρόλο του ενδυματολόγου στην αφήγηση της ιστορίας.

Η Waddington επέλεξε ξεχωριστά χρώματα για τα κοστούμια της Emma Stone, επικεντρώνοντας την προσοχή της στο απαλό ροζ και στο χρώμα του δέρματος. Αυτές οι επιλογές αντικατοπτρίζουν, σύμφωνα με τη σχεδιάστρια, «Ία ωδή στη γυναικεία φύση και συνδέονται με τη θηλυκή γενετήσια περιοχή. Τα χρώματα αυτά δημιουργούν συμβολικές αναφορές και εκφράζουν τη θηλυκή ουσία της ηρωίδας».

Επιπλέον, η ποικιλία στυλ που επέλεξε για τη Bella ανάλογα με την περίοδο ενισχύει την αυθεντικότητα του χαρακτήρα και συμβάλλει στην αφήγηση της ιστορίας. Για παράδειγμα, το «condom coat» που δημιούργησε για το βάπτισμα του πυρός στην πορνεία αποτελεί μια εμβληματική δημιουργία, που προκαλεί και αναδεικνύει την καινοτομία. 

Η εμφάνιση της στο σπίτι: Βασίζεται στην ιδέα ότι η Bella εκείνη τη στιγμή είναι ένα πολύ μικρό παιδί παρόλα αυτά, τα ρούχα δεν είναι καθόλου βρεφικά αλλά αντίθετα, γυναικεία. Φοράει ένα μπουστάκι που είναι βασισμένο σε ένα αυθεντικό μπουστάλ κλουβί της βικτοριανής εποχής, το οποίο φοριόταν κάτω από το φόρεμα για να δώσει όγκο.

Η εμφάνιση της στη Λισαβόνα: Η σχεδιάστρια δήλωσε πως, «Πήρα πολλά διαφορετικά είδη εσωρούχων. Ήταν μια απόκλιση από τα παιδικά βρακάκια που φοράει στην αρχή της ταινίας. Στη Λισαβόνα είναι μεταξένια, ρευστά και σέξι. Ήθελα να βγει από το ξενοδοχείο φορώντας κάτι πραγματικά δυσαρμονικό. Και σκεφτόμουν εκείνη τη σκηνή στον «Ταξιτζή», όταν η Jodie Foster βγαίνει στους δρόμους της Νέας Υόρκης με αυτά τα καυτά σορτς. Οι μπότες είναι ένας μικρός φόρος τιμής στα φουτουριστικά σύνολα του André Courrèges, στον διαστημικό μοντερνισμό μεταξύ ‘60s και ‘70s. Oι μπότες βασίζονται στην ιδέα ότι έχει τα δάχτυλα των ποδιών της ελεύθερα, επειδή είναι τόσο ανεξέλεγκτη – εκθέτει κάθε πτυχή της, συμπεριλαμβανομένων των ποδιών της. Τα χρυσά, κίτρινα και γαλάζια χρώματα είναι ένας συνδυασμός που θυμίζει πολλούς χαρακτήρες παραμυθιών – κάτι σαν μια Disney εκδοχή της Λισαβόνας, όλο παστέλ. Ήθελα τα ρούχα να αντανακλούν αυτήν τη χαρά και την αισιοδοξία».

H ιδέα πίσω από το νυφικό φόρεμα της: H Waddington είπε πως, «Μου άρεσε η ιδέα του "κλουβιού", με ζώνες από λεπτό μετάξι. Προκαλείται έτσι αυτή η αίσθηση εγκλωβισμού, αλλά συγχρόνως μπορούσες να δεις να διαγράφεται το σώμα της. Και επίσης αυτά τα φοβερά μανίκια. Είχαμε αυτό το βιβλίο με πατρόν από τη δεκαετία του 1890, το οποίο ο βοηθός μου το πήρε από έναν αντικέρ στην αγορά του Πορτομπέλο. Πρόκειται για μια πολύ σύντομη περίοδο της μόδας όπου υπήρχαν τεράστια μανίκια. Σκέφτηκα ότι θα έπρεπε να είναι ακόμη μεγαλύτερα – πραγματικά τεράστια. Και ο Γιώργος συμφώνησε».

Και συνέχισε, «Το μανίκι του νυφικού είναι περίπου ένα μέτρο σε όλο του το μήκος. Μοιάζει με μπαλόνι. Με το πέπλο δυσκολεύτηκα γιατί δεν ένιωθα ότι ήταν ακριβώς κατάλληλο για αυτόν τον χαρακτήρα. Αλλά μετά το πήγα στην Έμα το πρωί της φωτογράφισης, κι εκείνη το πήρε και το τύλιξε γύρω από το πρόσωπό της. Μου αρέσει το γεγονός ότι είναι διάφανο και ελαφρύ και μεγάλο, και είναι επίσης το αγαπημένο της κοστούμι στην ταινία, επειδή το σώμα της ένιωθε τόσο ελεύθερο μέσα σε αυτό».

Η δημιουργία των κοστουμιών για το «Poor Things» ενσωματώνει αρχειακά designer κομμάτια, δημιουργώντας έναν συνδυασμό μεταξύ του κλασικού και του σύγχρονου. Τα λευκά μποτάκια που φοράει η Bella, εμπνευσμένα από τις διαστημικές συλλογές του André Courrèges από τη δεκαετία του 1960, καταδεικνύουν την αναδρομική προσέγγιση και την επιρροή του παρελθόντος στο σύγχρονο σχεδιασμό.

Επίσης, άλλα κομμάτια εμπνευσμένα από την δημιουργικότητα του οίκου Schiaparelli τη δεκαετία του 1930 προσθέτουν μια αίσθηση κλασικού στοιχείου και πρωτοπορίας στη συλλογή. Αυτή η ανακατασκευή αρχειακών σχεδίων συνδυάζει τον σύγχρονο κινηματογράφο με την κληρονομιά της μόδας, δημιουργώντας μια μοναδική αισθητική.

Στα ανδρικά κοστούμια, η εμπνευσμένη από τα κοστούμια του Winston Churchill κατά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο σχεδίαση αποτυπώνει την προσοχή στη λεπτομέρεια. Η προσθήκη πρακτικών χαρακτηριστικών, όπως οι τσέπες για τα μολύβια, αναδεικνύει την πραγματική λειτουργικότητα των ενδυματολογικών στοιχείων στο πλαίσιο της κινηματογραφικής αφήγησης.

Ο πρώτος εραστής της Bella, ο δικηγόρος Duncan Wedderburn, εκφράζει την εξέλιξη του χαρακτήρα μέσα από τα κοστούμια που επιλέγει να φορέσει. Αρχικά, ντύνεται με τα χαρακτηριστικά κοστούμια ενός μεγαλοαστού του 19ου αιώνα, αντικατοπτρίζοντας τον κοινωνικό του καθεστώς και την κομψότητά του.

Ωστόσο, το γκρίζο και θλιβερό κοστούμι που επιλέγει αργότερα φαίνεται να αντανακλά την πτώση του χαρακτήρα και τη δυστυχία του. Η αλλαγή στην αισθητική του ρούχου συμβολίζει οπτικά τις εσωτερικές αναταράξεις και τις προσωπικές πτώσεις που βιώνει ο χαρακτήρας κατά τη διάρκεια της πλοκής.

«Όταν σκεφτόμουν πώς θα προσέγγιζα τη Bella, κοίταξα τα δικά μου παιδιά. Περνάω πολύ χρόνο με παιδιά μου, και όταν είναι πολύ μικρά, αρχίζουν πολύ γρήγορα να ξεντύνονται - καταλήγουν με ρούχα να τους λείπουν και έχουν αυτό το είδος έμφυτης τάσης να είναι γυμνά. Μου άρεσε η ιδέα ότι η κυρία Prim θα ετοίμαζε την Bella τα πρωινά με μια γυναικεία φούστα και πουκάμισο, αλλά στις 10 το πρωί, η φούστα θα είχε ήδη εξαφανιστεί», αποκάλυψε η Waddington στο Harper’s Bazaar India.

ENTERTAINMENT: Τελευταία Ενημέρωση