ΚΛΕΙΣΙΜΟ
Loading...
ΦΟΡΑΜΕ: Denim jumpsuit και μπαλαρίνες
 

Το απομονωμένο φιλί των «Εραστών»

Πολλοί καλλιτέχνες θα δώσουν πολλά δείγματα γραφής σχετικά με το θέμα του κορωνοϊού

ΤΗΣ ΝΑΥΣΙΚΑΣ ΛΙΤΣΑΡΔΟΠΟΥΛΟΥ

Αυτές τις μέρες τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης έχουν γεμίσει με εικόνες διαφόρων ειδών: σκίτσα, βίντεο, γελοιογραφίες, κόμικς, φωτογραφίες, έργα ζωγραφικής. Εικόνες που αντανακλούν τον φόβο, την ανησυχία, την αγωνία, την ανασφάλεια, τη λύπη, ενώ μερικές άλλες σατιρίζουν, ξορκίζουν, γελούν κάπως με τον ιό. Οι εικόνες αυτές είναι αντανάκλαση άλλων εικόνων, στοιχείων, λόγου, δράσεων και αντιδράσεων, αυτών που βλέπουμε, ακούμε, διαβάζουμε, ζούμε στην πραγματικότητα, εδώ και τώρα.

Είμαι βέβαιη ότι ήδη στο κοντινό και βέβαια στο πιο μακρινό μέλλον πολλοί καλλιτέχνες θα δώσουν πολλά δείγματα γραφής σχετικά με το θέμα του κορωνοϊού, που θα προσφέρουν γόνιμο έδαφος για μελέτες, που θα προκαλέσουν σκέψεις, συζητήσεις, προσεγγίσεις· η εικόνα, λοιπόν, ή η τέχνη, σε σχέση με τη συνθήκη, την ιστορική συνθήκη, τη σπαρταριστή συνθήκη, όπως, άλλωστε, συχνά η εικόνα –με πολλούς και διάφορους τρόπους– κάνει. Πρόκειται, επιπλέον, για μια ακραία συνθήκη, μια οριακή εμπειρία, αυτή που με λογγίνειους όρους θα ορίζαμε ως υψηλό – sublime. Αυτού του είδους η συγκλονιστική εμπειρία που διαταράσσει, η επικίνδυνη, μεταδοτική νόσος, ο θάνατος, αποτυπώθηκε εξάλλου συχνά στην τέχνη.

Με τη ματιά του θεατή
Λιγότερο γράφω εδώ ως ιστορικός της τέχνης ωστόσο, αφήνω κατά μέρος την πιο εξειδικευμένη συζήτηση. Γράφω ως θεατής, που κεντρίζεται από την εικόνα, και ως μέρος ενός κόσμου που φοβάται, αλλά σκέφτεται και επεξεργάζεται ταυτόχρονα. Και όταν η ανησυχία με εγκαταλείπει, ή την εγκαταλείπω, επιστρέφει η απορία του ιστορικού: πώς η τέχνη εξακολουθεί να είναι ζωντανό μέσο, όταν μετά από καιρό, αιώνες κάποτε, μας υπενθυμίζει εμπειρίες ανάλογες με τις σημερινές, βιωμένες από όλους μας.

Εξάλλου, τις ημέρες αυτές, η εικόνα φαίνεται ότι προσφέρει μια κατεξοχήν ευκαιρία για ερμηνείες. Το αρχικό της νόημα, αν υπάρχει, μεταβάλλεται, μετατοπίζεται προς την επικαιρότητα. Επεσα πάνω σε μια ανάρτηση του Κουρτό με το σχόλιο «Social distancing as performed by John Constable’s daughter, Emily».

To έργο, του 1834, που ανήκει στη συλλογή του Κουρτό, φέρει τίτλο «Η κόρη του καλλιτέχνη, Emily, ξαπλωμένη σε καναπέ, διαβάζει». Street artists φόρεσαν πολύ πρόσφατα στη Μόνα Λίζα και στην Αφροδίτη της Μήλου μάσκα. Θα δούμε πολλά τέτοια παραδείγματα μετατόπισης του νοήματος στην πορεία, πρακτική συνήθης άλλωστε.

Το έργο του Βέλγου σουρεαλιστή Ρενέ Μαγκρίτ «Οι εραστές» είναι το πρώτο από μια σειρά τεσσάρων έργων με το ίδιο θέμα. Απεικονίζει ένα ζευγάρι, έναν άνδρα και μια γυναίκα, που ανταλλάσσουν ένα φιλί. Τα κεφάλια τους καλύπτονται εντελώς από ένα λευκό ύφασμα, τα πρόσωπά τους κρύβονται κάτω από αυτό το ύφασμα, πέπλο, κουκούλα, μάσκα. Δεν μπορούν να δουν ο ένας τον άλλον, δεν μπορούν να αγγίξουν ο ένας τον άλλον, παρά μόνο μετ’ εμποδίων. Το φιλί τους διακόπτεται από τη μάσκα που τους καλύπτει, το δέρμα μονώνεται, ο χαρακτήρας και η αίσθηση της ερωτικής επικοινωνίας μεταλλάσσονται. Αν και ορισμένοι απέδωσαν το μοτίβο του καλυμμένου προσώπου, που εμφανίζεται ξανά στο έργο του Μαγκρίτ, στην τραυματική εμπειρία της αυτοκτονίας της μητέρας του, της οποίας το πτώμα ανασύρθηκε από το νερό με το υγρό νυχτικό της τυλιγμένο γύρω από το πρόσωπό της, o ίδιος αρνήθηκε τέτοιους συσχετισμούς. Υποστήριζε ότι η ζωγραφική του ήταν ορατές εικόνες που δεν έκρυβαν κάτι και ότι «αποπνέουν μυστήριο και πράγματι κανείς αναρωτιέται τι σημαίνουν. Δεν σημαίνουν κάτι, γιατί το μυστήριο δεν σημαίνει τίποτα επίσης, δεν είναι δυνατό να γνωσθεί».

Οι «Εραστές» θέτουν υπό αμφισβήτηση την προκατειλημμένη σχέση μας με τον κόσμο και με την έως τότε τέχνη. Σύμφωνα με τον ορισμό του Αντρέ Μπρετόν στο πρώτο σουρεαλιστικό μανιφέστο, 1924, σουρεαλισμός είναι «η σκέψη η οποία υπαγορεύεται από την απουσία κάθε ελέγχου που ασκείται από τη λογική και έξω από κάθε αισθητική ή ηθική φροντίδα». Ο Μπρετόν έγραφε επίσης ότι «ο απόλυτος ορθολογισμός που εξακολουθεί να είναι στη μόδα δεν επιτρέπει την εξέταση άλλων γεγονότων πέρα από εκείνα που σχετίζονται αυστηρά με την εμπειρία μας», «έχει έρθει πρόσφατα στο φως μια πτυχή της ψυχικής ζωής. (...) Ολες οι τιμές γι’ αυτό πρέπει να αποδοθούν στον Φρόυντ. (...) Η φαντασία βρίσκεται ίσως στο σημείο να διεκδικήσει ξανά τα δικαιώματά της».

Καταπιεσμένη επιθυμία
Αν το απρόσωπο ζευγάρι του Mαγκρίτ ανακαλεί το μελοδραματικό κινηματογραφικό φιλί σε close-up, ταυτόχρονα, η ηδονοβλεπτική απόλαυση εκ μέρους του θεατή αποκλείεται. Τη θέση της ερωτικής επιθυμίας που πραγματώνεται μοιάζει να παίρνουν η καταπιεσμένη επιθυμία, η άρνηση της πραγμάτωσης, η άρση του αναμενόμενου, ο κλονισμός της επαφής. Η σκηνή πάντως μπορεί επίσης να συνδεθεί με εικονογραφήσεις ιστοριών pulp fiction ή θρίλερ, που ο φίλος του Mαγκρίτ, Paul Nougé, θεωρητικός του σουρεαλισμού, τον ενθάρρυνε να μιμηθεί σε ένα γράμμα του το 1927.

Η μορφή του θρυλικού Φαντομά, του σκοτεινού χαρακτήρα με τη μάσκα ή την κάλτσα στο κεφάλι, του οποίου δεν γνωρίζουμε επομένως το πρόσωπο, ούτε την αληθινή ταυτότητα, και δημιουργήθηκε το 1911 από τους Γάλλους συγγραφείς Μαρσέλ Αλέν και Πιερ Σουβέστρ, είναι ιδιαίτερα συζητημένη ως πηγή πίσω από την εικόνα αυτή του Mαγκρίτ. Κινηματογραφικά ο Φαντομάς εμφανίστηκε το 1913, σε σκηνοθεσία του Γάλλου Λουί Φεγιάντ. Δείγμα της δυνατής επιρροής και γοητείας που άσκησε ο Φαντομάς στον Mαγκρίτ είναι το έργο του «Ο απειλούμενος δολοφόνος», 1927, εμπνευσμένο από τον «Νεκρό που σκοτώνει», ένα από τα φιλμ του Φεγιάντ.

Ο Mαγκρίτ σε κάθε περίπτωση αρνείται την ερμηνεία των έργων του ως προβολή προσωπικών του φαντασιώσεων. Αν αυτό όμως που πρωτίστως μπορούμε να δούμε στους «Εραστές» του είναι η «μάσκα», τότε μπορούμε να μεταφράσουμε τη σκηνή με βάση τη δική μας επικαιρότητα: το social distancing, σαν αυτό που το ίδιο το Κουρτό αποδίδει στον καιρό του κορωνοϊού στο έργο του Constable. Αν οι απομονωμένοι «Εραστές» του Mαγκρίτ έχουν ένα νόημα, αυτό είναι το νόημα που αποκτούν από εμάς στην υποχρεωτική, ελπίζουμε και σωτήρια, απομόνωσή μας.

  • Η κ. Ναυσικά Λιτσαρδοπούλου είναι επίκουρη καθηγήτρια στο Τμήμα Θεωρίας και Ιστορίας της Τέχνης της Ανωτάτης Σχολής Καλών Τεχνών. Το βιβλίο της «Τα συναισθήματα και το υψηλό. Η αντίληψη της έκφρασής τους στην ιστορική ζωγραφική του Rembrandt» κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Ευρασία.

Πηγή: Kathimerini.gr

 

NEWS: Τελευταία Ενημέρωση

X