

Μαρία Καραμάνου
Όταν ένας Έλληνας δημοσιογράφος τον χαιρέτησε στα παρασκήνια των Όσκαρ με ένα «hello», εκείνος απάντησε με χαμόγελο: «Τι κάνεις;». Δεν ήταν απλώς φιλοφρόνηση, ήταν μια μικρή γέφυρα μνήμης προς τις μέρες που ο Robert Redford έζησε στην Ελλάδα και συγκεκριμένα στην Κρήτη, για σχεδόν έναν ολόκληρο χρόνο στις αρχές της δεκαετίας του ’60. Τότε που ο ίδιος επέλεγε σταθερά να μείνει «μακριά από τον θόρυβο» και τα φώτα του Hollywood, αναζητώντας τόπους και ρυθμούς που του ταίριαζαν.
Η άφιξη με την οικογένεια και η πρώτη στάση στο Ηράκλειο
Παντρεμένος τότε με τη Lola Van Wagenen και ήδη πατέρας της μικρής Shauna και του James, ο Redford βρέθηκε στην Ελλάδα μετά από μια στάση στην Ισπανία. Βάση τους έγινε το Ηράκλειο, με τον ηθοποιό να απολαμβάνει την ανωνυμία, τις βόλτες και το «ανεπιτήδευτο» της κρητικής καθημερινότητας. Όσα λίγα έχει πει ο ίδιος για εκείνη την περίοδο, υποδηλώνουν ένα διάλειμμα βαθιάς ηρεμίας, οικογενειακές στιγμές, απλές χαρές, νησιώτικη ρουτίνα.
Μετά από λίγους μήνες, η οικογένεια μετακινήθηκε στην Ελούντα, τότε ένα σχεδόν άγνωστο ψαροχώρι με ελάχιστες τουριστικές υποδομές. Το τοπίο, γυμνό και ποιητικό, του ταίριαζε.
Photo By @robert_redford_obsessed On Instagram
Σε συνέντευξή του στο Greek Reporter, ο Redford είχε αποκαλύψει ότι έζησε για πέντε μήνες στην Κρήτη, έξω από το Ηράκλειο. «Πήγα την οικογένειά μου εκεί στα μέσα του ’60, επειδή την αγαπούσα, είχα διαβάσει γι’ αυτήν και ήθελα πολύ να πάω».
Κάπου εκεί ο Redford άκουσε για τα Μάταλα, έναν τόπο-μύθο, με φυσικές σπηλιές σκαλισμένες στον βράχο, όπου ταξιδιώτες και χίπηδες έστηναν το δικό τους εναλλακτικό καταφύγιο. Η ιστορία λέει ότι σκέφτηκε σοβαρά να μείνει με την οικογένειά του σε μία από αυτές. Η ιδέα δεν προχώρησε, όμως φανερώνει την ουσία του «λιτού βίου» που ήθελε πάντα να ζήσει.
Σε συνέντευξή του στο «Βήμα» είχε περιγράψει πώς το 1967 ταξίδεψε με την οικογένειά του στην Ευρώπη: «Ζήσαμε για έξι μήνες στην Ισπανία, σε μια μικρή πόλη στον Νότο ονόματι Μίχας, και μετά πήγαμε στην Ελλάδα. Πρώτα στο Ηράκλειο και μετά στην ενδοχώρα της Κρήτης». Τόνισε μάλιστα ότι προσπάθησε να πείσει την οικογένειά του να ζήσουν σε μια σπηλιά στα Μάταλα, ενώ εξομολογήθηκε ότι λάτρευε την Ελλάδα και τους Έλληνες.
Η σχέση του με το φυσικό περιβάλλον είχε ρίζες παιδικές (η πρώτη του επαφή με το Yosemite τον σημάδεψε). Δεν είναι τυχαίο ότι αργότερα επέλεξε τη Γιούτα για να ζήσει, σ’ ένα κτήμα με πέτρα και ξύλο, κοντά στη γη που τον ηρεμούσε μακριά από τα μεγάλα αστικά κέντρα της Καλιφόρνιας. Η ίδια αυτή φιλοσοφία εξηγεί γιατί η Κρήτη τον μάγεψε, αγριάδα, αλάτι, άνεμος και φιλοξενία, χωρίς «σκηνοθετημένα» σκηνικά.
Η Κρήτη του ’60 δεν είχε τίποτα το κοσμικό που θα περίμενε κανείς να αναζητήσει ένας χολιγουντιανός πρωταγωνιστής. Κι όμως, ο Redford βρήκε εκεί χώρο να αναπνεύσει. Να κάνει οικογενειακές διαδρομές, να «χαθεί» σε χωριά, να πει δυο-τρεις ελληνικές λέξεις, να δοκιμάσει ρακή και να κουβεντιάσει.
Μάλιστα, μιλώντας στον δημοσιογράφο Γιώργο Σατσίδη ο Redford αποκάλυψε πως: «Τη γύρισα όλη την Κρήτη, έμεινα στην Ελούντα και από εκεί εξερευνήσαμε όλες τις ομορφιές του νησιού. Πραγματικά έχω γυρίσει ολόκληρο τον πλανήτη και δεν έχω δει φιλοξενία σαν την κρητική.