ΚΛΕΙΣΙΜΟ
Loading...
ΦΟΡΑΜΕ: Leopard pants, μαύρο crop top και kitten heels
 

Πρώτη φορά στην Ινδία

ΚΕΙΜΕΝΟ: ΧΡΙΣΤΙΝΑ ΝΤΟΥΣΗ

Ένα ταξίδι μύησης στη χώρα των μεγάλων αντιθέσεων, γεμάτο χρώμα, βαθιά πνευματικότητα και ζωηρές εικόνες.

Για χρόνια δεν μου περνούσε από το μυαλό ένα ταξίδι στην Ινδία. Πίστευα ότι ήταν βρόμικη, επικίνδυνη, κοινωνικά άνιση. Κάποια από αυτά τα στερεότυπα ισχύουν. Ανακάλυψα όμως μια χώρα πολύχρωμη, αρχαϊκή, με ενέργεια και τη χαρά της ζωής έκδηλη παντού. Με βαθιά πνευματικότητα και τεράστιες αντιθέσεις. Με ανθρώπους φιλόξενους, αλλά και πιεστικούς, όταν πρόκειται για εμπόριο, όπως άλλωστε οπουδήποτε στην Ασία. Σκεφτήκαμε να ξεκινήσουμε από τα βασικά: το «χρυσό τρίγωνο» Άγκρα-Τζαϊπούρ-Δελχί, με προσθήκη το Βαρανάσι και τον αρχαιολογικό χώρο του Κατζουράχο.

Παλαιότερα οι άνθρωποι αναφέρονταν στις Ινδίες, στον πληθυντικό. Και είχαν δίκιο. Όχι μόνο γιατί η πολιτειακή οργάνωση μοιάζει με αυτή των ΗΠΑ, αποτελείται δηλαδή από ομόσπονδες πολιτείες υπό κεντρική διοίκηση, αλλά και γιατί είναι ένα μωσαϊκό από φυλές, θρησκείες, πολιτισμούς που ανθούν σε εντελώς διαφορετικά φυσικά περιβάλλοντα: από τα Ιμαλάια και τις πεδιάδες του Ντεκάν μέχρι την έρημο Ταρ, τα δέλτα των ποταμών και τα μικρά εξωτικά νησιά, όπως τα Ανταμάν και Νίκομπαρ.

Αιώνες ζωής και ιστορίας

Πέσαμε κατευθείαν στα βαθιά. Πρώτος σταθμός του ταξιδιού μία από τις αρχαιότερες πόλεις της Ινδίας. Η πιο ιερή από τις επτά ιερές πόλεις του ινδουισμού, διάσημη για την καύση των νεκρών και τις τελετουργικές βουτιές στον Γάγγη, το Βαρανάσι.

Στον δρόμο ένα χάος από αυτοκίνητα, μηχανάκια, τουκ τουκ, ποδήλατα, αγελάδες, κατσίκες και ανθρώπους. Ένας απελπισμένος τροχονόμος σε στρογγυλό κουβούκλιο, σαν αυτά που είχαμε κι εμείς παλιά, προσπαθεί να ρυθμίσει μάταια την κίνηση. Οι οδηγοί πηγαίνουν παντού κορνάροντας, αλλά διατηρώντας μια ολύμπια ηρεμία. Στο Βαρανάσι όλοι οι δρόμοι οδηγούν στο ποτάμι, το οποίο είναι θεότητα, και μάλιστα γυναικεία, η θεά Γάγγα. Στις όχθες του είναι χτισμένα καταπληκτικά παλάτια του 17ου και του 19ου αιώνα, ναοί και οι διάσημες σκαλωτές αποβάθρες, τα γκατς. Η μέρα στο Βαρανάσι αρχίζει νωρίς, με την ανατολή του ηλίου. Βιαστικοί κατεβαίνουν τα σκαλιά οι άντρες με μαγιό, οι γυναίκες με το σάρι τους, ανάβουν μικρά κεριά μέσα σε φύλλα και λουλούδια, τα ρίχνουν σαν δέηση στο ποτάμι και μετά μπαίνουν και οι ίδιοι για να εξαγνιστούν. Ο Γάγγης είναι ένα από τα πιο μολυσμένα ποτάμια στον κόσμο, αλλά αυτό δεν τους πτοεί.

Ο καλύτερος τρόπος να δει κανείς το Βαρανάσι είναι να νοικιάσει μια βάρκα που θα τον πάει κατά μήκος των αποβαθρών. Η πιο γνωστή είναι η Μανικαρνίκα, η αποβάθρα της αποτέφρωσης, όπου η φωτιά καίει 24 ώρες το 24ωρο. Οι συγγενείς, ντυμένοι στα λευκά, φέρνουν τον νεκρό και τον ακουμπούν μαλακά στο υπαίθριο αποτεφρωτήριο. Οι άνθρωποι που εργάζονται εκεί είναι οι άθικτοι, η πέμπτη κάστα, στον πάτο της κοινωνικής σκάλας. Βάζουν φωτιά στα ξύλα κάτω από το κεφάλι και τα πόδια του νεκρού. Ο θάνατος και η ζωή είναι δημόσια, ανοικτά να τα δει ο καθένας. Αν πεθάνεις και καείς στο Βαρανάσι, η ψυχή σου απελευθερώνεται από τον αέναο κύκλο των μετενσαρκώσεων και γνωρίζει τη λύτρωση. Τα ξύλα για την καύση κοστίζουν περίπου 200 ευρώ και κάποιοι κάνουν μια ζωή οικονομία για να τα μαζέψουν. Στην πόλη υπάρχουν τα λεγόμενα «ξενοδοχεία της σωτηρίας», εκεί όπου ετοιμοθάνατοι έρχονται για να αφήσουν την τελευταία τους πνοή.

Τα σοκάκια της πόλης σφύζουν από ζωή. Μυριάδες μαγαζιά πωλούν πολύχρωμα σάρι, βραχιόλια, μεταξωτά και πασμίνες. Η πόλη είναι διάσημη για τα μπροκάρ της υφάσματα, τον ναό του Σίβα και το πανεπιστήμιό της, όπου υπάρχει μία από τις πιο σημαντικές έδρες σανσκριτικών στον κόσμο.

Το σούρουπο μας βρίσκει στην κεντρική αποβάθρα, την Ντασασγουαμέντ: ένα πολύχρωμο πλήθος περιμένει να αρχίσει το βραδινό αάρτι, η λατρεία της θεάς Γάγγας. Μια καμπάνα χτυπά χαρμόσυνα, οι ιερείς εκτελούν ψάλλοντας ένα περίπλοκο χορευτικό τελετουργικό με φωτιές. Στο τέλος, με ένα αργό τραγούδι νανουρίζουν το ποτάμι, η ναυσιπλοΐα σταματά, τα κεράκια επιπλέουν στα νερά του Γάγγη, ασκητές με μαλλιά ράστα, αλειμμένοι με στάχτη, ευλογούν τον κόσμο και το πλήθος διαλύεται αργά. Μικροπωλητές τηγανίζουν λουκουμάδες, σαμόζας –πιτάκια δηλαδή με κρέας, λαχανικά ή πατάτα–, πουλούν φρούτα. Αισθάνομαι κάθαρση.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ ΣΤΗΝ kathimerini.gr

ΣΧΕΤΙΚΑ TAGS

TRAVEL: Τελευταία Ενημέρωση