ΚΛΕΙΣΙΜΟ
Loading...
ΦΟΡΑΜΕ: Denim jumpsuit και μπαλαρίνες
 

Κούβα χωρίς μακιγιάζ

Κείμενο: Ισαβέλλα Ζαμπετάκη

Χαοτική, αλλά πολύχρωμη, γεμάτη πάθος και ψυχή, σε συνεπαίρνει και σε παρασύρει σε ένα γοητευτικό ταξίδι στο χρόνο.

Η Κούβα «φοριέται» πολύ τελευταία: από την ιστορική επίσκεψη του Μπαράκ Ομπάμα και τη συναυλία των Rolling Stones τον περασμένο Μάρτιο μέχρι την πρόσφατη επίδειξη μόδας του οίκου Chanel και τα γυρίσματα της ταινίας «Fast and Furious», η Αβάνα είχε δεκαετίες να υποδεχτεί τόσες διασημότητες μέσα σε τόσο σύντομο χρονικό διάστημα. Κι ενώ οι περισσότεροι σκεφτόμαστε ότι λίγος χρόνος απομένει μέχρι την εμπορευματοποίηση του τουριστικού προϊόντος της Κούβας, η αλήθεια είναι ότι έχουμε ήδη χάσει επεισόδια.

«Οι Αμερικανοί επισκέπτονται τη χώρα κατά εκατοντάδες χιλιάδες τα τελευταία δύο χρόνια. Και με χρειάζονται!» μου εξηγεί ο Αλάιν, ο οποίος εργάζεται ως φωτογράφος σε κουβανέζικο περιοδικό, αλλά συμπληρώνει το εισόδημά του με φωτογραφικά σεμινάρια που απευθύνονται σε ξένους επισκέπτες. «Η Κούβα αποτελεί γι’ αυτούς ένα απροσπέλαστο χάος», συνεχίζει καθώς περνάμε έξω από το υπό ανακαίνιση Καπιτώλιο το οποίο, όπως το περιγράφουν χαρακτηριστικά οι Κουβανοί, «μοιάζει με τον Λευκό Οίκο, αλλά είναι ένα μέτρο ψηλότερο».

Βαδίζοντας προσεκτικά στα στενά που απλώνονται πίσω του, μπαίνουμε σε ένα μοδάτο εναλλακτικό μπαράκι με προκλητικούς πίνακες ζωγραφικής στους τοίχους κι έναν εξώστη, κατά μήκος του οποίου κρέμονται πολύχρωμες γραβάτες. «Ο ένας από τους ιδιοκτήτες του είναι Βάσκος», μου εξηγεί ο Αλάιν συστήνοντάς μου τον Ματέο, έναν από τους πρώτους επιχειρηματίες που άνοιξαν μαγαζί στην Αβάνα όταν άρχισαν να παραχωρούνται οι σχετικές άδειες το 2010. Προσπαθώ να φανταστώ πώς ήταν η Κούβα την εποχή που ως εστιατόρια λειτουργούσαν μόνο συγκεκριμένα κρατικά μαγαζιά και τα σαλόνια των σπιτιών κάποιων Κουβανών. Στο μεταξύ, ο Αλάιν μού μιλάει για το πιο δημοφιλές φαγάδικο της Αβάνας σήμερα, ένα εστιατόριο με concept... κρατητηρίου και ιδιοκτήτη έναν πρώην αστυνομικό. Παραγγέλνουμε δύο μοχίτο φραπέ και απολαμβάνω τον ενθουσιασμό του, καθώς μου εξηγεί πως οι Κουβανοί έχουν πλέον το δικαίωμα αγοράς κατοικίας και ότι ίσως κι εκείνος να αγοράσει κάποτε ένα μικρό διαμέρισμα στο κέντρο της Αβάνας.

Συνεχίζουμε με έναν περίπατο στους γύρω δρόμους, που είναι μάλλον ήσυχοι αυτό το δευτεριάτικο βράδυ. Καταλήγουμε στην πιάτσα των ταξί στο κεντρικό πάρκο της πόλης. Ο Αλάιν σκύβει στο παράθυρο για να συνεννοηθεί με τον οδηγό σχετικά με την κούρσα και μετά με δασκαλεύει: «Αν σου ζητήσει περισσότερο από μισό πέσο, θα του πεις “Pipo (που σημαίνει “καλέ μου” στα Κουβανέζικα), δεν είμαι τουρίστρια. Στην πρεσβεία δουλεύω”». Η αλήθεια είναι ότι, όσο σημαντικό κι αν είναι να μιλάς Ισπανικά στην Κούβα, και πάλι δεν σε σώζει από τους κάθε λογής τουριστοφάγους «καρχαρίες» -έτσι τους αποκαλούν οι ντόπιοι- που διψάνε για εύκολο χρήμα και χρεώνουν κατά βούληση, με τιμές ακόμα και 20 φορές υψηλότερες από τις κανονικές.

Επιστρέφοντας στην αριστοκρατική γειτονιά του Vedado, αφήνω το κέρμα στην παλάμη του ταξιτζή με αυτοπεποίθηση και περπατώ στα φαρδιά, αμερικανικού τύπου πεζοδρόμια. Τα περισσότερα οικήματα της περιοχής είναι επαύλεις που έχτισαν οι Γάλλοι τη δεκαετία του 1930, ακολουθώντας το ετερόκλητο αρχιτεκτονικό στυλ του εκλεκτικισμού. Νεοκλασικοί κίονες, νεογοτθικά και αποικιακά στοιχεία συνδυάζονται στο ίδιο κτίριο - και μάλιστα σε εξίσου τολμηρές χρωματικές αντιθέσεις. Υπάρχουν σπίτια τόσο παραμελημένα που δείχνουν ετοιμόρροπα και άλλα που ανακαινίστηκαν μόλις πρόσφατα ή που ετοιμάζονται να υποδεχτούν τους νέους ιδιοκτήτες τους. Στους δρόμους του Vedado βλέπεις πάρα πολλά σύγχρονα αυτοκίνητα μεσαίου κυβισμού, που στην Κούβα στοιχίζουν από 60.000 μέχρι 100.000 δολάρια. Oπως επισήμανε και ο Αλάιν, η τάξη των νεόπλουτων ενισχύεται κάθε μέρα.

ΚΟΥΡΣΑ ΑΠΟ ΑΛΛΗ ΕΠΟΧΗ

Τα αυτοκίνητα που κυκλοφορούν στους δρόμους της Αβάνας είναι μάλλον λίγα. Τα πεζοδρόμια, αντιθέτως, είναι γεμάτα από ανθρώπους που περπατούν προς κάθε κατεύθυνση. Μπορείς να περάσεις ώρες χαζεύοντας απλώς τους περαστικούς, ενώ εξίσου απολαυστική είναι μια διαδρομή με τα λεγόμενα -και πιο οικονομικά- taxi colectivos, τα οποία προτιμούν οι ντόπιοι για τις μετακινήσεις τους. Ειδικά αν πετύχεις κάποια κούρσα του ’60 με κουβανέζικη ρεγκετόν (μουσικό είδος) στο στερεοφωνικό, οι εικόνες γύρω μοιάζουν σαν σκηνές από βιντεοκλίπ: ξυπόλυτα αγόρια που διασχίζουν κεντρικές λεωφόρους παίζοντας ποδόσφαιρο, αγέρωχες μιγάδες ντυμένες με τα πιο έντονα χρώματα, άντρες που ψαρεύουν κατά μήκος της παραλιακής λεωφόρου της Malecón, εξωτικά προϊόντα στους πάγκους μανάβικων (όπου διατίθεται επίσης από νωπό κρέας μέχρι παράνομο συνάλλαγμα), δύο αδέρφια που μοιράζονται το ίδιο ζευγάρι πατίνια, Κουβανοί που χαζεύουν ημίγυμνοι την κίνηση στο δρόμο από το μπαλκόνι τους, κότες που εμφανίζονται από το πουθενά.

H εικόνα του τάμπλετ σε παιδικές αγκαλιές στην άκρη του πεζοδρομίου, έξω από μισογκρεμισμένα κτίρια των αρχών του 19ου αιώνα, μοιάζει με παραφωνία, αλλά αποτελεί απλώς άλλο ένα συστατικό του κουβανέζικου χάους. Κάποιοι μάλιστα ισχυρίζονται ότι από τότε που μπήκαν τα κινητά στη ζωή των ανθρώπων και στα μπαρ οι τηλεοράσεις, ο κόσμος άρχισε να χορεύει λιγότερο.

Οσο κουραστικό κι αν είναι το να στηθείς στη σειρά για να αποκτήσεις οποιοδήποτε αγαθό ή υπηρεσία, αποτελεί μέρος της κουβανέζικης κουλτούρας. Για να προμηθευτώ κάρτα σύνδεσης στο ίντερνετ, χρειάστηκε να περιμένω περισσότερα από 45 λεπτά και να καταχωρίσω ακόμα και τα στοιχεία του διαβατηρίου μου. Εξίσου αυθεντική βρήκα την εμπειρία του να μοιράζομαι το περιορισμένο bandwidth με 30 ακόμα Κουβανούς που με τα laptop ανοιχτά στα γόνατά τους στριμώχνονται στο πεζούλι ή στην πλατεία για να μπουν στο facebook ή να μιλήσουν με συγγενείς τους στο εξωτερικό. Το σκηνικό συμπληρώνουν μικροπωλητές που περνούν με καροτσάκια με λουκουμάδες ή με σακ-βουαγιάζ γεμάτα με σαντουιτσάκια. «Ελάτε, παιδιά, έχω βάλει και μπόλικο βουτυράκι σήμερα», τα πλασάρει παιχνιδιάρικα μια χαμογελαστή Αφροκουβανή.

ΜΕ ΤΟ ΚΑΡΑΒΑΚΙ ΣΤΗ REGLA

Επιζητώντας μια βόλτα σε λιγότερο τουριστικές γειτονιές, επιβιβάζομαι στο καραβάκι που σε περνά στην απέναντι όχθη του κόλπου, στην εργατική συνοικία της Regla. «Εξι φορές το έχουν κλέψει αυτό το καράβι για να πάνε στο Μαϊάμι», μου απαντά ο Αφροκουβανός φίλος μου Γιάσερ, πριν προλάβω να τον ρωτήσω για ποιο λόγο τον υποβάλλουν σε σωματικό έλεγχο πριν από την επιβίβαση. Το καραβάκι δένει στην αποβάθρα της Regla και ο Γιάσερ βοηθά ένα κοριτσάκι να πηδήσει στη στεριά. «Είναι πολύ όμορφος!» εκμυστηρεύεται στη μαμά της η μικρή με μάτια που λάμπουν από τσαχπινιά.

Περπατάμε σε στενά δρομάκια ανάμεσα σε ξύλινα σπίτια του περασμένου αιώνα και σε οικίες που δείχνουν φτωχές και παραμελημένες σε βαθμό κατάρρευσης. Σε πολλά μπαλκόνια ξεμυτίζουν χαριτωμένα τσιουάουα, τα αγαπημένα κατοικίδια των Κουβανών, ενώ οι απλωμένες μπουγάδες περιλαμβάνουν ακόμα και βρεφικές πάνες μιας χρήσης. «Ναι, τις ξαναχρησιμοποιούμε», μου λύνει την απορία ο Γιάσερ. «Και αυτό για τη χρήση της εφημερίδας στην τουαλέτα δεν είναι μύθος. Αλλά εγώ για την κόρη μου φροντίζω να αγοράσω μωρομάντιλα», λέει με υπερηφάνεια.

Επιστρέφουμε στην παραλία, όπου την ειδυλλιακή θέα της Αβάνας απέναντι διαπερνά η μυρωδιά μιας σφαγμένης κότας. «Στη Regla είναι αρκετοί αυτοί που ασχολούνται με τη σαντερία, τη θρησκεία που συνδυάζει στοιχεία αφρικανικών παραδόσεων και καθολικισμού», μου εξηγεί ο Γιάσερ και με πιάνει από τον καρπό για να με απομακρύνει. Πριν όμως προλάβω να τον ρωτήσω περισσότερα σχετικά, βρισκόμαστε και οι δύο στο επίκεντρο μιας λιγότερο γοητευτικής πραγματικότητας της σύγχρονης Κούβας. Μια ανδροπαρέα λευκών από την απέναντι μεριά του δρόμου τού φωνάζει με κακία: «Jinetero», δηλαδή «εκδιδόμενε άντρα».

ΤΟ ΟΝΕΙΡΟ ΤΗΣ ΦΥΓΗΣ

Την τελευταία μου μέρα στην Αβάνα θέλησα να την περάσω στις ανατολικές της παραλίες, οι οποίες, αν και απέχουν μόλις 18 χιλιόμετρα από την πόλη, ελάχιστα διαφέρουν από εκείνες του φημισμένου Varadero. Μπορεί η αμμουδιά να μην είναι τόσο πλατιά, αλλά παραμένει εξίσου λευκή και φίνα. Επιπλέον, δεν υπάρχουν ούτε ξενοδοχεία ούτε ορδές τουριστών με βραχιολάκια all-inclusive στο χέρι: μόνο φοίνικες, τιρκουάζ νερά και πλανόδιοι που πουλάνε από καπέλα από φύλλα κοκοφοίνικα μέχρι ταμάλες (γεμιστό φύλλο ζύμης στον ατμό, τυλιγμένο μέσα σε μπανανόφυλλο) ή αστακό - σου αφέρνουν ακόμα και τραπεζοκαθίσματα δίπλα στην ξαπλώστρα σου.

Χαζεύοντας τη θάλασσα από μια απόμερη αγκαλιά της παραλίας της Santa Maria del Mar, βλέπω δύο windsurfs να σκίζουν τα φουσκωμένα κύματα. Τα παρατηρούν και οι Κουβανοί φίλοι μου, αλλά η εικόνα τούς ξυπνά διαφορετικούς συνειρμούς:

- Με windsurf δεν είχαν περάσει εκείνοι οι δύο τρελοί στο Μαϊάμι;
- Ναι, αλλά ο τρίτος της παρέας που δεν τα κατάφερε έφαγε φυλακή στην Κούβα.

Η συζήτηση επιταχύνεται και τα σύμφωνα των λέξεων χάνονται, όπως συνηθίζεται στα Κουβανέζικα Ισπανικά. Σε λίγα δευτερόλεπτα νιώθω σαν να μιλάνε μια ξένη γλώσσα που δημιουργεί απόσταση ανάμεσά μας. Δεν βοηθά το γεγονός ότι εγώ δεν θέλω να αποχωριστώ την Αβάνα ενώ εκείνοι επιβιώνουν χάρη στο όνειρο της φυγής. Προσπαθώ να αποφύγω τους συναισθηματισμούς και να κλέψω λίγη από την αισιόδοξη στωικότητα των περισσότερων Κουβανών που γνώρισα εδώ. Οπως το έθεσε κι ο ταξιτζής που με πήγε στο αεροδρόμιο σιγοτραγουδώντας Χούλιο Ιγκλέσιας: «La vida sigue igual» - η ζωή απλώς συνεχίζεται.

Η ΚΟΙΝΩΝΙΑ ΕΜΠΝΕΕΙ, Η ΤΕΧΝΗ ΑΝΘΕΙ

Η «Ειδική Περίοδος» -η οικονομική κατάρρευση που υπέστη δηλαδή η Κούβα το 1991- ώθησε αρκετούς καλλιτέχνες να εκφράσουν την αβεβαιότητα και, ενίοτε, την ελπίδα τους μέσα από την τέχνη. Οι πρωτοπόροι εκείνης της δεκαετίας άνοιξαν το δρόμο για ένα δεύτερο κύμα καλλιτεχνών που μοιράστηκαν το έργο τους με την κοινότητά τους. Το αποτέλεσμα το βιώνει κανείς περπατώντας κατά μήκος του Callejon de Hamel, ενός μικρού δρόμου της Αβάνας, όπου ο Σαλβαδόρ Γκονσάλες Εσκαλόνα φιλοτέχνησε τοιχογραφίες και γλυπτά εμπνευσμένα από την αφροκουβανέζικη κουλτούρα. Χαζεύω τον υπερυψωμένο κόκκινο θρόνο του Τσανγκό, στον οποίο κάθεσαι για να πραγματοποιήσει ο «βασιλιάς των θεών» μια επιθυμία σου, και τη βαθυκίτρινη τοιχογραφία που απεικονίζει την Οτσούν, τη θεά του έρωτα, της θηλυκότητας και του μελιού. Στο νου μου έρχονται κάποια από τα χαρακτηριστικά της αφροκουβανέζικης φιλοσοφίας -όπως η δύναμη, ο αισθησιασμός και η στωικότητα- που ενδεχομένως βοηθούν τους Κουβανούς να αντιμετωπίσουν τις δυσκολίες του εμπάργκο.

Ακόμη εντονότερη είναι η σύνδεση της τέχνης με την κοινότητα μέσα από το έργο του Χοσέ Φουστέρ. Ντύνοντας με πολύχρωμα σπασμένα πλακάκια πρώτα το σπίτι του και μετά μια σειρά από κτίσματα και στάσεις λεωφορείων στη γειτονιά του Jaimanitas, ο Κουβανός κεραμίστας θέλησε να χτίσει «ένα διαφορετικό περιβάλλον για τα παιδιά της γειτονιάς και ένα σύμπαν όπου κάθε ατέλεια είναι πιθανή αλλά και όμορφη». Η καλαίσθητη αστική παρέμβαση του Φουστέρ θυμίζει την τεχνική του Αντόνιο Γκαουντί και προσελκύει ποιοτικό τουρισμό στη γειτονιά, δίνοντας εργασίας σε 50 οικοδόμους.

Η παρουσία της κοινότητας είναι έντονη και στο ατελιέ του διεθνώς προβεβλημένου γλύπτη Κάτσο στο El Romerillo. Μάλιστα, ο καλλιτέχνης εγκαινίασε πέρυσι το πρώτο wi-fi spot στην Κούβα με δωρεάν πρόσβαση στο ίντερνετ. Παρά το ότι συνεργάτης του στο έργο είναι η αμερικανική Google, το password για τη σύνδεση στο δίκτυο είναι: «Abajo el bloqueo» (κάτω το εμπάργκο). Πολλοί Κουβανοί δηλώνουν, ωστόσο, επιφυλακτικοί απέναντι στον ευκατάστατο καλλιτέχνη, που τυχαίνει να συνδέεται στενά με την οικογένεια του Φιντέλ Κάστρο, και προτιμούν να πληρώνουν το τσουχτερό ποσό των 2 δολαρίων για 1 ώρα σε ένα από τα λίγα wi-fi spots της πόλης.

Ο ΧΡΟΝΟΣ ΣΤΑΜΑΤΗΣΕ ΣΤΟ ΒΙΝΙΑΛΕΣ

Το Viñales (Βινιάλες) είναι μια καταπράσινη κοιλάδα με ασβεστολιθικούς λόφους σε απόσταση δυόμισι ωρών από την Αβάνα. Βασικό πόλο έλξης αποτελούν οι φυτείες καπνού και ζαχαροκάλαμου, όπου εφαρμόζονται ακόμα παραδοσιακές μέθοδοι γεωργίας. Βόδια και άροτρα, κότες που κυκλοφορούν ελεύθερες στους δρόμους και κάρα στη δεξιά λωρίδα του αυτοκινητόδρομου αποτελούν τον κανόνα παρά την εξαίρεση. Μπαίνοντας στην ξύλινη αποθήκη όπου ξηραίνονται τα φύλλα του καπνού, με εντυπωσιάζει η απίστευτη ευωδιά τους. Ο καλλιεργητής μάς εξηγεί ότι έχει το δικαίωμα να κρατήσει το 10% της παραγωγής και ότι φτιάχνει τα πούρα του με τον παραδοσιακό τρόπο, συνδυάζοντας τρεις διαφορετικές ποιότητες καπνού. Μάλιστα, το εξωτερικό φύλλο του καπνού τυλίγει τα δύο εσωτερικά αφού ποτιστεί με μέλι, μια πρακτική που εξυπηρετoύσε τις ευαισθησίες του ασθματικού Τσε Γκεβάρα.

H τουριστική εκμετάλλευση της περιοχής έχει δημιουργήσει έναν πλούτο που δείχνει να κατανέμεται πιο δίκαια ανάμεσα σε όλους τους κατοίκους, η συντριπτική πλειονότητα των οποίων ενοικιάζει δωμάτια στους τουρίστες. Το ύφος της νεολαίας που συχνάζει στο δημοφιλές tapas bar του Viñales θυμίζει περισσότερο Αμερική, ενώ τα ρούχα των παιδιών εδώ δείχνουν καινούργια σε σχέση με εκείνων της Αβάνας.

Διαβάστε περισσότερα εδώ

 

ΣΧΕΤΙΚΑ TAGS
ταξίδι  |  κούβα  | 

TRAVEL: Τελευταία Ενημέρωση

X